Ο πούστης σε ποιό συνθηματική σύνταξη. Από το κούστης (πούστης στην Κυπριακή αργκώ) και πούστρα.

Ο Παυλάκης, κρυφή Κούστρα (φόρτε του το σουσέλ, αλλά μεταξύ μας).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύντμηση των λέξεων ομοφυλόφιλος και πούστης. Χρησιμοποιείται περιπαικτικά για να καυτηριάσει την πολιτική ορθότητα στο λόγο, αναδεικνύωντας την αντίθεση μεταξύ του πολιτικά ορθού όρου "ομοφυλόφιλου" και του ανεπίσημου και καθημερινού όρου "πούστης", για τον προσδιορισμό κυρίως ομοφυλόφιλων αντρών.

-Αφού τον πούτσο αγαπάς, τι με παιδεύεις με τους όρους αμφιφυλόφιλος, πανηδονιστής και πολυάμορους, ρε ομοφυλόπουστα;

Got a better definition? Add it!

Published

Το σκέρτσο που μπορεί πραγματοποιηθεί από άτομα θηλυπρεπή γένους θηλυκού ή αρσενικού κατά το οποίον αποσκοπεί στην ηδονή και στην ανόρθωση του πέους με γλυκό του κουταλιού και με κλείσιμο ματιού. Προσοχή στην αγριοπουτανιά.

- Να τη πάλι χορεύει μπέλι ντανς. - Γλυκοπουτανιά και ξερό ψωμί για τα μάτια του πλούσιου γέροντα.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο τύπος/η τύπισσα που καβατζώνει αναπτήρες.

Συνήθως, η λέξη χρησιμοποιείται σε θηλυκό γένος, δηλ. καβατζόπουστα.

Η διαδικασία καβατζώματος αναπτήρα είναι στάνταρ και είναι η εξής: αράζετε μαζί και κάνετε τσιγάρο, αυτός/ή ψάχνεται και δεν βρίσκει πάνω του φωτιά, ζητάει αναπτήρα, του/της δίνεις, ανάβει το τσιγάρο και, με γρήγορες κινήσεις, βάζει το χέρι του/της στην τσέπη. Αυτό ήταν, αποχαιρέτα τον αναπτήρα σου για πάντα.

Σε περίπτωση που ζητήσεις τον αναπτήρα σου πίσω, ο καβατζόπουσταςκαβατζόπουστα θα κάνει ότι δεν ξέρει τίποτα. Μάλιστα, ίσως σε προκαλέσει να τον/την ψάξεις κιόλας, αφού πρώτα επικαλεστεί τα θεία και ορκιστεί στη μάνα του/της.

- Ρε μαλάκα, που είναι ο αναπτήρας μου; Στον χέρι μου τον είχα πριν ένα λεπτό.
- Κι εγώ που θες να ξέρω, μωρέ μαλάκα;
- Ρε, τον καβατζώσες;
- Όχι ρε βλάκα, πας καλά; Στο ορκίζομαι. Ψάξ' τις τσέπες μου.
- Εσύ τον πήρες μωρή καβατζόπουστα; Δώσ' τον μου πίσω, δεν έχω άλλον.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που του αρέσει να τον παίρνει απο πίσω, ο πούστης.

Πως τον βλέπεις τον Γιωργάκη μας; Για τερψίπρωκτος μου κάνει...

Got a better definition? Add it!

Published

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ιδιότητα ατόμου και συνεπακόλουθα πρόθεση. Παραπέμπει σε θρασυδειλεία και σε έλλειψη μπέσας. Χαρακτηριστική politically incorrect έκφραση, την συναντάμε σε λούμπεν μικροαστικά στέκια και σε γήπεδα.

(Βρισκόμαστε σε γήπεδο Ω ερασιτεχνικής κατηγορίας και ο διατητής (το ι δεν χρειάζεται) καταλογίζει πέναλτι εις βάρος της ομάδας μας στο 9ο λεπτό των καθυστερήσεων.
- Τι έδωσε ο καργιόλης;)
- Μωρή χαμούρα πόσα σου δώκανε;
- Διατητή γαμιέται ο άντρας σου!!!
- Θρασόπουστας ήσουν μια ζωή κοράκι. Τώρα θα άλλαζες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified