Ο παλαιάς εποχής, παλαιού τύπου, συνήθως σε απομίμηση.
Επίσης ο παλιομοδίτικος, ο πασέ.
Λέγεται για τρόπους, εμφάνιση, εκφράσεις, αντικείμενα, κλπ.
Από το «παλαιικός», υποθέτω.
Τίτλοι άρθρων από το νέτι:
Δωρεάν ετικέτες σε παλιακό στυλ
Με το παλιακό ύφασμα της θείας μου
Got a better definition? Add it!
Published 2012-02-13 17:33:46+00:00 Last modified 2015-06-21 05:58:58+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.