Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ακατέργαστου σχήματος, συνήθως μέλος σώματος κάποιου.
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ακατέργαστου σχήματος, συνήθως μέλος σώματος κάποιου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λόγω του στρογγυλού σχήματος και της οπής στο κέντρο, το κουλούρι σλανγκίζεται ως:
Ο πρωκτός, ο δακτύλιος του πρωκτού. Βλ. του τρώω το κουλούρι.
Το μηδενικό. Αυτοαναφορικώς, τα μηδέν άστρα σε λήμμα, τα οποία συνήθως δίνονται κακοπροαίρετα, εκτός κι αν τύχει το λήμμα να είναι ταυτόχρονα εξώφθαλμα μη σλανγκ και λάθος ορισμός.
Οπότε, κερνάω κουλούρι, σημαίνει και τα δύο παραπάνω, δηλ. είτε στήνω κώλο, είτε βάζω διπλό μηδενικό στο λήμμα συσσλανγκιστή, το γνωστό ως «διπλοκούλουρο». Αυτή η κάθε άλλο παρά τυχαία σύμπτωση, δίνει αφορμή στον Σλάνγκο για έναν εύκολο (αλλά καθ΄όλα θεμιτό σλανγκικώς) αστεϊσμό εις βάρος του κατωποντοδότη σου. Μπορεί να του πει «σ' ευχαριστώ που με κέρασες κουλούρι», που μπορεί να εκληφθεί και ως ύψιστη ανεξικακία, αλλά και ως υπονοούμενο ότι «έκατσες και σε γάμησα απ' τον κώλο», και σε κάθε περίπτωση, ότι ο κατωποντοδότης κουλουρατζής είναι μια πρωκτικάντζα.
Ο κατωποντοδότης κουλουρατζής έχει σλανγκισθεί από τον χρήστη Vrastaman και ως Κίμων Κουλούρης (σ.ς.: γλωσσικός μόνο ο συνειρμός;, αναρωτώμαι) και η αόρατη χειρ του ως «χειρ του Κίμωνος» κατά το Χείρα του Μ.Α.Ο., η / Χήρα του Μ.Α.Ο., η. Επίσης, για την επέλαση ορδών από κουλουρατζήδες μπορεί να χρησιμοποιηθεί και η έκφραση γιούρ(γ)ια στον ταβλά με τα κουλούρια. Καθώς μάλιστα, κατά τον GATZMAN, τα κουλούρια είναι ένα νηστήσιμο έδεσμα που τρώγεται ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Σαρακοστής.
Αποφασισμένος για κουλούρι καταθέτω το σεβαστό ποσό και διαβαίνω εις το στρόγγυλο κρεβάτι.Κάνω ένα τσιγαράκι, χαζεύω λίγο τσόντα (παρεμπιπτόντως, δεν έχω πετύχει ποτέ σε κάποιον εκ' των οίκων τσόντα με γνωστούς πρωταγωνιστές) και μπαίνει η καυλιάρα η οποία μου λέει πως μόλις έχει κάνει μπάνιο (στα θετικά αυτό).
-Με κέρασε κουλούρι η καθηγήτρια!
-Τυχεράκια!
Πικραμένος Σλάνγκος που το ρίχνει στο χιούμορ:
-Ρε παιδιά, ποιος από σας ήταν που με κέρασε κουλούρι; Πολύ μ' εξίταρε, να το ξανακάνει!
Got a better definition? Add it!