Κατά το σαράντα χρόνια τούρκικα.

Ρετρό, εξαφανισμένη πλέον έκφραση που σήμαινε μεγάλο χρονικό διάστημα, αδικαιολόγητη καθυστέρηση, υπέρ το δέον χρονοτριβή. Κάποιοι περιμένουν ακόμα το ξανθό γένος να μας σώσει.

Για μιά πιθανή ερμηνεία της φράσης βλέπε το α' παράδειγμα. Ο γούγλης δεν έδωσε τίποτα, αλλά δεν είχα στη διάθεσή μου και ρούσικες ώρες να ψαχουλεύω τα ιντερνέτια. Οπότε βρήκα απ' αλλού.

-Του Αβράμ και του Ισάκ τα καλά έχει εκείνη η Άγια Ρωσία, έμαθε η Άννα να λέει απ' τη γιαγιά της, και τον Παράδεισο τον φανταζόταν στη Ρωσία, όπου όλα ήταν μεγάλα και πλουσιοπάροχα και ατέλειωτα, ακόμα και οι ώρες. "Ρούσικες ώρες έκανες ως που να με το φέρεις", έλεγε η Λωξάντρα στο μπακαλάκι όταν αργούσε.

Μ. Ιορδανίδου, Διακοπές στον Καύκασο, εκδ. Εστία.

Η ώρα έξι το απόγευμα (17 του Αυγούστου) θα γινόταν η έναρξη. [...] Η σάλα είναι φίσκα όπως είπα. Κι όμως ακόμα έρχεται κόσμος πολύς. Βουητό χαρούμενο, φως θαμπωτικό παντού. Είναι η ώρα 7 κι ακόμη δεν άρχισε το συνέδριο. Ρούσικη ώρα!

Κ. Βάρναλης, Τι είδα εις την Ρωσσίαν των Σοβιέτ, εκδ. Αρχείο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified