Δοκίμως είναι κερδίζω, άντε να δεχτούμε ότι μπορεί παλιότερα να υπήρχαν και εναλλακτικοί τύποι όπως κερδαίνω και κερδεύω. Το κερδάω είναι μάλλον αργκοτική μορφή και ίσως έχει ενδιαφέρον για τη γαμοσλανγκοτέτοια το φαινόμενο αυτό αντικαταστήσεως της κατάληξης -ίζω μέσω λαϊκότροπης απλοποίησης.

Το κερδάω λέγεται σε αθλητικό πλαίσιο, τ. κερδάει η ομάδα, αλλά έχει χρησιμοποιηθεί και ειρωνικά, τ. σώθηκα. Είναι πολύ της μοδός φέτος το 2015 στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης συριζανέλ, χρησιμοποιούμενο από κριτικούς της για να ειρωνευτούν κινήσεις που υποτίθεται ότι γίνονται για λόγους εντυπωσιασμού χωρίς κάποιο πρακτικό αντίκρυσμα κ.ο.κ.

Περισσότερο στον α΄ πληθυντικό: κερδάμε.

  1. Ρε γίνεται να κερδαω βάζελο και αεκ? Τέλος, αυτό, άντε γεια, Πειραιάς, είσαι στο μυαλό κάτι σαν πακιστανικό κινητοοοοο. (Από Τουίτερ).
  2. Ως τώρα κερδάω !!!!!! Να μάθεις Σήφη ποιος είναι ο καλύτερος. (Από Φέισμπουκ).
  3. Κερδάμε αδέλφια! Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά! Όλοι στο συλλαλητήριο συμπαράστασης στην Κυβέρνηση που διαπραγματεύεται σκληρά! (Εδώ, ειρωνικώς)
  4. Στάθης Κουβελάκης... Καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας: "Η Ελλάδα, λέγοντας όχι, δεν έχει απολύτως τίποτα να χάσει". Από το Παρίσι μιλούσε ο κύριος, στο Λονδίνο ζει. Ο ένας με τη θεωρία των παιγνίων, ο άλλος με τις πολιτικές φιλοσοφίες.... Σωθήκαμε... Κερδάμε... (Από το Φέισμπουκ)

Και ένα μπόνους παράδειγμα για τουκανιστές:

Ψηφάμε ... κερδάμε ... καβαλάμε! (Εδώ, οι τουκανιστές θα το προσέξουν).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified