Αυτός που κερδίζει πολύ καλό εισόδημα. Αυτός που κουβαλάει πολλά μετρητά πάνω του.
Προκύπτει απο τον -πάντα υπερφουσκωμένο- πάκο χρημάτων που βγάζει ο υπάλληλος στο βενζινάδικο για να σου δώσει ρέστα. Ο χαρακτηρισμός αυτός χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον για επαγγέλματα του μεροκάματου, μουσικούς της νύχτας και γενικότερα σε περιπτώσεις όπου οι πληρωμές γίνονται σε μετρητά.
1
- Είδα το Θρασύβουλο τις προάλλες
- Έλα ρε μαν μου, τί κάνει ο έτσι, που παίζει τώρα ?
- Ασε, έπιασε δουλειά στα μπουζούκια...
- Α, κατάλαβα, βενζινάς ο δικός σου...
2
- Είχες κάνα νέο?
- Αν κλείσουμε τη δουλειά που σου έλεγα, θα γίνουμε βενζινάδες!! (με χαρακτηριστική χειρονομία χτύπημα τσέπης παντελονιού απ'εξω)
- πσσσσσ...!
3
-Τι λογαριασμό έκανε το 21?
- 1200 ευρώ
-Δεν πιστεύω να πλήρωσαν με κάρτα
-Οχι, τα έσκασε μετρητά ο μάν
- Ρε το βενζινά...