«Παίζω πάγκο» κάποιον: είναι όρος του μπιλιάρδου που σημαίνει πως όποιος χάσει θα πληρώσει για τον χρόνο χρήσης του τραπεζιού.
- Σε παίζω πάγκο ένα εννιάμπαλο. - Όχι πάγκο ρε φίλε, θα με ξεφτιλίσεις και δεν έχω φράγκα. Μισά μισά.
Got a better definition? Add it!
Published 2007-06-27 19:10:29+00:00 Last modified 2015-05-25 17:34:14+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.