Την κοπανάω, την κάνω με ελαφρά πηδηματάκια. Εννοείται φεύγω με τα καράβια ως μούτσος και αποποιούμαι των ευθυνών μου.

Συνώνυμο: - Γιε μου πού πας;
- Μάνα, θα πάω στα καράβια!

Να μην συγχέεται με τα πέσαμε μούτσο, δέσαμε μούτσο, παίξαμε μούτσο και ο μούτσος που γαμούσαμε έγινε καπετάνιος.

Μόλις άκουσε για εγκυμοσύνη, μπάρκαρε μούτσος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified