Κάνω μακάζι. Έκφραση που χρησιμοποιούν οι περιστεράδες όταν ψαλιδίζουν τα φτερά από τα περιστέρια για να μην μπορούν να πετάξουν. Στην περίπτωση που ένα περιστέρι από ένα κουμάσι μπερδευτεί με τα περιστέρια άλλου κουμασιού (πιαστεί στον αέρα), το σωστό είναι να ελευθερωθεί, κι αυτό θα επιστρέψει στη βάση του. Στην περίπτωση όμως που έχουμε διαφορές με τον εκάστοτε συνάδερφο, τότε το πιασμένο περιστέρι πρέπει να μείνει στο κουμάσι μας μέχρι να το θεωρήσει σπίτι του. Απαλλοτριώνουμε το πτηνό εν ολίγοις.

Η φράση δεν πρέπει να συγχέεται με το «φωλιάζω» ένα περιστέρι, διότι σε αυτή τη περίπτωση το περιστέρι δεν πετάει από ένστικτο και δεν είναι απαραίτητο το μακάζι.

Μεταφορικά η έκφραση αποδίδει πιο εύγλωττα τον ευνουχισμό. Ο άνδρας δηλ. που έχει υποστεί μακάζι, δεν ξεμυτάει από το σπίτι, είναι κλεισμένος στο κουμάσι του και βγαίνει μόνο με τη συνοδεία της κυράς του.

  1. - Τι έγινε ρε μεγάλε; Τι φάτσα είν΄αυτή;
    - Άσε με ρε με τον π&**#, τον @^!κ$
    - Γιατί τι παίχτηκε;
    - Τον ρώτησα για το ζευγάρι, τις βούτες ρε συ που τις ψάχνω δυο μέρες τώρα, κι έκανε την παλαβή.
    - Και;
    - Πήγα σπίτι του και τις είχε κάνει μακάζι. Στο κουμάσι τις είχε ο πούστης.

  2. - Πού είσαι ρε συ Τέο; Έτσι είπαμε; Παντρεύτηκες και χάθηκες ρε μάγκα
    - Ε, να τώρα με τη Χρύσα, γιου νόου κτλ
    - Χειρότερος κι απ΄τον Ρούλη έγινες ρε μάγκα. Μακάζι σ΄έκανε η δικιά σου με φαίνεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified