Το τελευταίο κρασί που περίσσεψε στο βαρέλι. Έχει ιδιαίτερη μυρωδιά και βαριά γεύση και είναι κάπως θολό, καθότι έχει ίχνη από το κατακάθι.

Σε κάποιους αρέσει, αλλά δεν είθισται να το προσφέρουμε.

Από το ρήμα σώνομαι = τελειώνω.

- Άντε γεια μας!
- Γεια μας!
(...)
- Μπλιάχ! Τι σκατά κρασί μας έδωσε ο μαλάκας; Θα πάθουμε τίποτα!
- Μ, ναι, σώσμα μας έφερε. Δεν θα πάθεις τίποτα, αλλά κάτσε να του πω του αρχίδαμου να μας φέρει από το καινούργιο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified