Ανεπίσημος όρος του τάβλι, συνώνυμο της κωλοφαρδίας στον υπερθετικό βαθμό. Χαρακτηρίζει τον εκνευριστικότερο τύπο παίκτη: Εκεί που έχεις καταστρώσει μια στρατηγική αφήνοντας ένα πολύ μικρό παραθυράκι στο να συμβεί το ουσιαστικά αδύνατο και στατιστικά απίθανο, ο αντίπαλος, παίζοντας με το στόμα, φέρνει μια σειρά ιδανικών ζαριών και σε ρίχνει στο καναβάτσο. Βλέπε εθνική Ελλάδος ποδοσφαίρου.

Αλλιώς: φέρνει ότι θέλει, παίζει με τον κώλο, κλπ

- Φίλε παράτα τα, μαρς είναι το παιχνίδι.
(2 λεπτά αργότερα)
- Τι γίνεται ρε φίλε, με το στόμα παίζεις; Δε γίνονται αυτά!

παίζει με τον κώλο! (από gaidouragathos, 25/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified