Επί το σλανγκικότερον μπρίζας. Ενίοτε και μπριζάκιας.
1.
Ο υπερβολικά ευέξαπτος, ο ευερέθιστος, ο οξύθυμος, ο θυμώδης, ο νευρικός, ο οργίλος, ο αψύς. Γνωστός και ως σπίρτο.
Ο παρεξηγιάρης, ο καυγατζής, ο εριστικός, ο φίλερις.
Αυτός που πιάνει φωτιά / αρπάζεται / πιάνεται / του ανάβουν τα λαμπάκια χωρίς ουσιαστικό λόγο.
Ο τζόρας, που 'χει πάντα το ζωνάρι του λυμένο για καυγά.
Αυτός που τα παίρνει μαζικά στο κρανίο για ψύλλου πήδημα, για πλάκα.
Ο μανουριάρης, αυτός που μανουριάζει δι' ασήμαντον αφορμή.
Ο τσαμπουκαλής, το τσαμπούκι.
Αυτός που γίνεται τούρκος / γίνεται τρελός / βρικολακιάζει / φρικάρει / του γυρίζει το μάτι ανάποδα με το παραμικρό.
Ο μονίμως τσιτωμένος, ο τσιτάκιας, αυτός που τσιτώνει εύκολα (για κακό).
Αυτός που μπριζώνει. Αναφερόμαστε φυσικά στην 3η περίπτωση μπριζώματος από τον απαράμιλλο αυτό ορισμό της Mes: το μπρίζωμα ως αμετάβατη πράξη, που δεν μεταβιβάζει την ενέργειά της σε κάποιο αντικείμενο, αλλά αφορά μια κατάσταση που βιώνει το ίδιο το υποκείμενο.
2.
Ο υπερκινητικός, ο υπερενεργητικός, ο αεικίνητος.
Ο ακαταπόνητος, ο ακάματος, ο ακούραστος, ο ντούρασελ.
Ο ανήσυχος, αυτός που έχει καρφιά στον κώλο του και δεν μπορεί να κάτσει λεπτό.
Ο μονίμως τσιτωμένος, ο τσιτάκιας, αυτός που τσιτώνει εύκολα (όχι απαραίτητα για κακό).
Αυτός που δουλεύει συνέχεια στα κόκκινα / βαράει κόφτες / είναι μονίμως γκαζωμένος.
Γενικές παρατηρήσεις και για τις δύο κατηγορίες.
- Σε ακραίες περιπτώσεις, ο μπρίζας καταντάει ένα είδος ψυχάκια.
- Ο μπρίζας δεν είναι απαραίτητα και μάχιμος. Το μπρίζωμα δεν συνεπάγεται άνευ ετέρου και μαχιμότητα, ιδιότητα απερίφραστα θετική. Ο μάχιμος είναι συνήθως μια ήρεμη δύναμη, καίριος, αποτελεσματικός και αθόρυβος. Αντιθέτως ο μπρίζας τείνει προς την επίδειξη, την άσκοπη σπατάλη δυνάμεων. Αρέσκεται στο σαματά για το σαματά.
- Ενίοτε δίνει την εντύπωση πως κάνει χρήση ναρκωτικών. Μπορεί όμως και όντως να κάνει. Να τρώει τριπάκια, να πίνει κόκες, να κουμπώνει XTC και άλλες αμφεταμίνες.
1α.
- Πω ρε φίλε, τι μπρίζας είν' αυτός ο Μάκης; Ένα γεια τόλμησα να πω στη γκόμενά του κι αμέσως πιάστηκε να με αγριοκοιτάει...
1β.
- Μ' έφερνε χτες ο Μάκης σπίτι μου με τ' αυτοκίνητο, και σε κάποια δόση τον κλείνει ένας μαλάκας χωρίς να έχει προτεραιότητα. Ε ρε γλέντια... Τον αρχίζει ο Μάκης σε κάτι καντήλια, του 'πε του τύπου να έχει και του χρόνου. Δεν τον ήξερα για τόσο μπρίζα...
- (σε νταπαντουπάδικο)
- Μαλάκα πάμε να φύγουμε, δεν την παλεύω άλλο.
- Καλά, κάτσε να πούμε και του Λουκά.
- Χέστον αυτόν, δεν τον βλέπεις που χοροπηδάει σαν το κατσίκι; Τέτοιος μπριζάκιας που είναι, δεν τον βλέπω να την κάνει πριν τις 9 το πρωί...