Είναι η επί τόπου πληρωμή, η καταβολή ποσού τοις μετρητοίς για υπηρεσίες που πιστεύαμε (κακώς) ότι είναι δωρεάν. Η ετυμολογία του λήμματος δεν είναι γνωστή, αλλά πιθανόν να πρόκειται για ηχοποιητή λέξη, από τον ήχο των κερμάτων κατά την ώρα της καταμέτρησης.

  1. - Μπήκα στο RapidShare και κατεβάζω τα πάντα [στο φτερό]. Καμία σχέση με το μTorrent!
    - Να μπω κι εγώ τότε. Πώς μπαίνεις;
    - Τι λέει το λιλί σου ρε; Γκέγκερε! 50€ το χρόνο. Αν ήταν τζάμπα θα μπαίναν όλοι.

  2. - Περνάω μ' αυτά τα ρούχα;
    - Περνάς, αλλά θέλει γκέγκερε...

  3. - Έβαλα Skype και κάνω δωρεάν βιντεοκλήσεις. Μου είπαν ότι έχει και τηλέφωνα.
    - Μπορείς, όντως, να πάρεις τηλέφωνο μέσω Skype, αλλά γκέγκερε.

Γκέγκερε (από panos1962, 15/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified