Φράση-λέξη (άκλιτη) που χρησιμοποιούν άτομα σε προχωρημένο στάδιο σήψης, οπότε και δεν αρθρώνουν καλά.
ζγκατάψυξ = στην κατάψυξη.
- Γιάννη, πού 'ναι ρε οι μπύρες;
- Ζγκατάψυξ...
Φράση-λέξη (άκλιτη) που χρησιμοποιούν άτομα σε προχωρημένο στάδιο σήψης, οπότε και δεν αρθρώνουν καλά.
ζγκατάψυξ = στην κατάψυξη.
- Γιάννη, πού 'ναι ρε οι μπύρες;
- Ζγκατάψυξ...
Πρβλ και να βοηθή'εις, -άειζ, -ήειζ, -ίειζ, -ώειζ, αύξη
Got a better definition? Add it!