Ο ηλίθιος, ο χαζός. Άνθρωπος με πολύ χαμηλό IQ που δεν είναι ικανός για το οτιδήποτε.

Τις περισσότερες φορές το χρησιμοποιούμε είτε για να μειώσουμε κάποιον υπερβολικά, είτε για να κακοχαρακτηρίσουμε κάποιον λόγω κάποιας ηλίθιας πράξης του.

  1. - Θα βγω με την Ιωάννα σήμερα, μου είπε ότι θα με βοηθήσει με την εργασία μου.
    - Πας καλά ρε; Αυτή είναι τέρμα ανεγκέφαλη!

  2. - Έχω τρελά νεύρα!
    - Τι έγινε;
    - Έφαγα πόρτα πάλι! Σήμερα μου 'παν ότι δεν ήμουν ντυμένος κατάλληλα και τσεσπού! Αυτοί οι πορτιέρηδες είναι κυριολεκτικά ανεγκέφαλοι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified