Από το ξε- και το τσαγούλι, δηλαδή το σαγόνι.
Χασμουριέμαι έντονα και για αρκετό χρονικό διάστημα.
Από κεντρική Ελλάδα.
Πρέπει κάποιος να με μάτιασε... Από το πρωί χασμουριέμαι... Ξετσαγλιάστηκα κανονικά!
Από το ξε- και το τσαγούλι, δηλαδή το σαγόνι.
Χασμουριέμαι έντονα και για αρκετό χρονικό διάστημα.
Από κεντρική Ελλάδα.
Πρέπει κάποιος να με μάτιασε... Από το πρωί χασμουριέμαι... Ξετσαγλιάστηκα κανονικά!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified