Συνήθως σε πληθυντικό («μαύρα»). Δηλαδή σόουλ, χιπ χοπ, r'n'b.
Από το Βιβλιοδρόμιο 7-8 Ιαν. 2006, άρθρο Μαρίας Μαρκουλή, εδώ
Παίζει πολλά μαύρα ο ντιντζέι.
Αυτόν τον καιρό ακούω πολλά μαύρα.
Συνήθως σε πληθυντικό («μαύρα»). Δηλαδή σόουλ, χιπ χοπ, r'n'b.
Από το Βιβλιοδρόμιο 7-8 Ιαν. 2006, άρθρο Μαρίας Μαρκουλή, εδώ
Παίζει πολλά μαύρα ο ντιντζέι.
Αυτόν τον καιρό ακούω πολλά μαύρα.
Got a better definition? Add it!
Αναφέρεται επίσης σε στρατιωτική μονάδα όπου είναι αυξημένη η πειθαρχία.
Άσε, δικέ μου, θα βάλω κάνα βύσμα γιατί εδώ η μονάδα είναι μαύρη... Δεν την παλεύω κάστανο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified