Κυριολεκτικά, η σκόνη, ο κουρνιαχτός.
Μεταφορικά: η μάζα, το σύνολο, το μπούγιο, το χάος, το κοπάδι, η αγέλη (μεταφορικά πάλι). Προφ, όταν ένα σύνολο Χ μετακινείται, σκων' σκον'.
Έκφραση: «με τον μπουχό» = κοπαδηδόν.
Βλ. και γίνομαι μπουχός, βλ. και εδώ.
Δεμπάω διακοπαί με το μπουχό, προτιμώ να κάτσω σπίτι.