Ο παλιός είναι αυτός που είναι σε όλα τα πράγματα παλιός. Ξέρει από σεξ, ξέρει από βιβλία, ξέρει πού βγαίνει. Γοητεύει επίσης πολλές κοπέλες.

- Βγήκα σήμερα με τον παλιό.
- Μπράβο, να μαθαίνεις κιόλας.

... (από BuBis, 25/06/09)ήταν και φωτογράφος ο άτιμος (από johnblack, 05/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αρχαιότερος στον λόχο στρατιώτης, μετρά λίγες μέρες απόλυσης.

Συνώνυμο: λέουρας.

- Είδες τις υπηρεσίες σήμερα; Έβαλαν γερμανικό τον Δημητρίου. - Ποιον ρε τον παλιό; Άμα το δει θα τον ξεσκίσει τον νέο τον επιλοχία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified