Το συνδεμένο ξύλινο ή πλαστικό εξάρτημα του όπλου, που καλύπτει μέρος της κάτω επιφάνειας της κάννης ή των καννών.
Στην επιφάνειά του έχει χαρακιές ώστε η παλάμη να' χει καλύτερο κράτημα, καθώς ο χειριστής στρέφει το όπλο στο στόχο του. Λέγεται εκτός από «χειροφυλακτήρας» και «πάπια» όπως βεβαιώνει κι ο imaginas.
Τα ξύλινα μέρη, δηλαδή το κοντάκι κι ο ξυστός, χαρίζουν ομορφιά σε ένα όπλο, ιδιαίτερα κυνηγετικό. Αν έχουν δε σκαλίσματα και συνδυάζονται και με άλλα μεταλλικά μέρη του όπλου επίσης σκαλισμένα, το ανάγουν σε φετίχ για ουκ ολίγους. Λόγω της αντοχής, της πυκνότητας, της σκληρότητας και του σχετικά μικρού του βάρους προτιμάται το ξύλο καρυδιάς.
- Το καριοφίλι διαθέτει μεγάλο κοντάκιο με κοίλο περίγραμμα στην πάνω και πλαϊνή πλευρά και ελαφρά κυρτό στην κάτω. Η κάννη είναι επιμήκης, σχεδόν κυλινδρική, σιδερένια με στόχαστρο. Κάτω από την κάννη αναπτύσσεται ο ξύλινος ξυστός, που στο εσωτερικό του δέχεται το σιδερένιο οβελό γεμίσματος του όπλου. Σχεδόν όλο το ξύλινο κοντάκιο καθώς και ο ξυστός καλύπτονται με ελάσματα μπρούντζου που φέρουν εγχάρακτη διακόσμηση με φυτικά κυρίως μοτίβα και ενώνονται με μικρά καρφάκια, φανερώνοντας τάση για καλλιτεχνική διακόσμηση του όπλου.
(από το δίχτυ)