Ο ορισμός της γυναίκας η οποία ντύνεται με σκοπό να προκαλέσει. Τα 3 Ξ προέρχονται από τις λέξεις «'ξώβυζο», «'ξώπλατο», «ξέκωλο». Συναντάται οπουδήποτε υπάρχουν καφετέριες, bar, γυμναστήρια.

Συζήτηση μεταξύ εμού και κολλητού:

-Μαν, τσέκαρε ένα μωρό που περνάει από δεξιά.
(παρατηρώντας την μελαχρινή κορασίδα, η οποία τα 'χει πετάξει όλα έξω, ακολουθεί η απάντηση...)
-Άσε μαν, η ενσάρκωση των 3 Ξ. Αυτή λούτσο ψάχνει και εμείς θα πάθουμε αυχενικό από το μπανιστήρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified