Ο ήχος του ντεφιού είναι ρυθμικός μεν, ενδεχομένως τσαχπίνικος, αλλά σίγουρα έντονος και άκομψος. Εξάλλου το ντέφι είναι στην ορχήστρα για το κέφι, εύκολο και βολικό για αξιοποίηση της γλάστρας, η οποία αρκεί να είναι διακοσμητική και δε χρειάζεται να έχει καμιά επιπλέον καλλιτεχνική αξία: αυτή είναι για το ντέφι.

Για το ντέφι είναι κάποιος / κάτι που χαρακτηρίζεται ως κραυγαλέο, άκομψα εντυπωσιακό, τ. λατέρνα, κάτι που κάνει μπαμ με την κακή την έννοια.

Άμα το τραβήξεις και στα άκρα, παίζει και με την έννοια «εξώλης και προώλης» ε, τόσος εντυπωσιασμός πια, τόσο μπαμ, τόσο γλαστρέ κατάσταση, τρώμε και καναν πουτσαρίκο να περνάει η ώρα και κάνουμε και τη βαβούρα μας έτσι να μας προσέχουν όλοι να γουστάρουμε. Σε αυτή την περίπτωση γίνεται συνώνυμο με την αντίστοιχου κάλλους έκφραση για το γάιδαρο καβάλα.

Το «ούτε για το ντέφι» απαξιωτικότερο ακόμα, λες δαν ζίροου σαν να λέμε.

Μποτέ σε νυχάδικο:
-Τι θα βάψουμε; Κάτι διακριτικό ως συνήθως;
-Χμμμ λέω να το γυρίσω σήμερα, έχω κέφια. Κάνε μου ένα κόκκινο μπαμ, ένα τελείως για το ντέφι.


-Ε ρε έπρεπε να ήσουν από μια μεριά να δεις την Σοφία τι φορούσε στο σεμινάριο.
-Η Σοφία που είναι πάντα στην τρίχα;!
-Καλά, χαιρετίσματα... Όλος ο κόσμος ήταν με κοστούμι - ταγιέρ κι η Σοφία ήρθε με ένα ντεκολτέ μέχρι τον αφαλό ρε μαλάκα, εντελώς για το ντέφι!
-Βρήκε γκόμενο;
-Ε ναι.


Ποιματάκι:
Αντί να είναι καλλονή, καμία αλανιάρα
που βλέποντάς την τουμπεκί όλα τα παλικάρια

θα κάνουνε και μια σιωπή στα πλήκτρα θα επέφτει,
είναι ένα κοριτσόπουλο που ούτε για το ντέφι.

δεν θα ‘τανε κατάλληλη, να το κρατά, να παιζ’,
-λέω- για να γινότανε τη νύχτα μια ντιζέζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified