Παρμπρίζ, μπαμπρίζ, παπρίτζ, παμπρίτς, παπρίτς, μπαπρίτς, μπαμπρίτζ, παμπρίζ, μπαμπρίτς: έτσι αποκαλείται «ελληνιστί» ο ανεμοθώρακας του αυτοκινήτου.

Από το γαλλικό «pare brise», όπου pare=το φράγμα και brise=το αεράκι, η αύρα.

Παρά την αξιοπρεπεστάτη απόδοση του όρου στα Ελληνικά, είναι παραπάνω από βέβαιο ότι όσα είναι τα καταστήματα επισκευής του, τόσες διαφορετικές παραλλαγές εξελληνισμένης αναγραφής του ξενικού όρου στις αναρτημένες διαφημιστικές πινακίδες θα συναντήσετε ανά τη χώρα.

- Τι κάνει καλέ ο γιος σου ;
- Τελείωσε τη τεχνική σχολή και άνοιξε ένα μαγαζί να περνάει μπαμπρίτζια.

ΕΔΩ ΤΑ ΚΑΛΑ ΜΠΑΜΠΡΙΤΖΙΑ. (από iwn, 12/11/11)ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΠΛΥΝΤΗΡΙΟΥ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΘΑΡΙΖΟΥΣΑ ΑΝΕΜΟΘΩΡΑΚΑ (από iwn, 12/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified