Άτομο με καρακίτς εμφάνιση που γίνεται αντικείμενο ειρωνικών σχολίων από χιλιόμετρα μακριά (συνώνυμο περίπου του σούργελο).

Στη γηπεδική αργκό, η ομάδα που έχει τα χάλια της, που σέρνεται στο γήπεδο, και αντιστοίχως τσίρκουλα οι παίχτες της εν λόγω ομάδας.

- Τι βλέπω ρε, ο Γιάννης κυκλοφορεί με καινούργια γκόμενα;
- Καλά την έχεις δει πως είναι; Που πάει ρε ο μαλάκας μ' αυτό το τσίρκουλο;

- Τέτοια τσίρκουλα δεν έχω ξαναδεί ρε φίλε! Σου λέω δε μπορούσαν ν' αλλάξουν μια μπαλιά στα δύο μέτρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified