Εκ των τζάζω, τζασλός και τεκνό, είναι στα καλιαρντά το τρελόπαιδο.

Φτώχια, τρέλα και πουστιά. Τα τρία κακά της μαύρης μοίρας μου της θεόκουλης. Πώς έμπλεξα εγώ, παιδάκι από σπίτι νοικοκυρεμένο μ’ αυτούς τους άχαλους; Ένα αγοράκι με καλούς τρόπους ήμουνα, πρώτος μαθητής στο σχολείο μου και λατσό μπισκετάκι. Δεν ήμουνα τζασλότεκνο. (Αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published