Βρισιά με την οποία κατηγορείται κάποιος ως σπορά του διαβόλου. Έχει το πλεονέκτημα ως βρισιά ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον μιας ολόκληρης οικογένειας ή εναντίον απογόνων ενός σημαίνοντος αντιπάλου.

  1. ΘΑ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ ΤΩΡΑ!!ΟΥΤΕ ΚΑΝ ΟΙ ΔΙΑΒΟΛΟΣΠΟΡΕΣ ΣΑΣ ΔΕΝ ΘΑ ΓΛΥΤΩΣΟΥΝ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΥΠΑΡΞΟΥΝ ΑΥΡΙΑΝΟΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ. (Εδώ).

  2. ΣΤΑ ΣΚΥΛΙΑ ΤΑ ΚΟΚΑΛΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΚΡΕΜΑΣΜΑ Η ΔΙΑΒΟΛΟΣΠΟΡΑ ΤΟΥ (Εδώ)

Από έργο του 15ου αιώνα. (από Khan, 06/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published