Χρησιμοποιούμε τον όρο όταν θέλουμε να δώσουμε έμφαση σε κάποια ενέργεια, απόφαση ή πρωτοβουλία μας. Κάτι σαν ταρζανιά ή ταλιμπανιά ή ακόμη και βυντριά δηλαδή.

Συνώνυμος όρος είναι ο «εξτραβαγκάνζα», που δηλώνει την υπερβολή/πληθωρικότητα στην έκφραση των ενεργειών μας.

Πριν φύγει στην Αγγλία για μεταπτυχιακό, αποφάσισε να κάνει μια κίνηση-υπερπαραγωγή: Θα πήγαινε στο σπίτι της κοπέλας του και θα τη ζητούσε από τους γονείς της! Αμ δεν ήτανε γραφτό! Η κοπέλα του τα είχε ήδη φτιάξει με τον επιβλέποντα καθηγητή της, που αψήφησε την ελληνική κυτταρίττιδα, και είχε ήδη μείνει έγκυος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικά, εννούμε τις πορνοταινίες.

- Νοίκιασα χτες μαζί με την Ελένη να δούμε μια υπερπαραγωγή. Στην αρχή δεν ήθελε αλλά μετά πήραμε αρκετές ιδέες από τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών και τις εφαρμόσαμε με αρκετή επιτυχία!

(από pavleas, 20/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified