Αυτός που κάνει ατιμίες, μεταφορικά ο παμπόνηρος, αυτός που ελίσσεται, διπλωμάτης, ο καταφερτζής.

Ε ρε τρικέρη, την κατάφερες τη γυναίκα σου τελικά να πάτε διακοπές στο χωριό σου για το Πάσχα, και όχι στο γυναικοχώρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified