Sorry!

You do not have permission to view this page!

You may be allowed to view this page if you log in below.

Μούρτσα = νωρίς το πρωί.

  1. Σηκωθήκαμε μούρτσα - μούρτσα για να πάμε στη δουλειά.

  2. Μη με ξυπνάς μούρτσα γιατί δεν έχω κοιμηθεί καλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified