Αυτός που έχει άνετο ύφος και επιβλητικό χαρακτήρα, συνήθως όμως σκόπιμα για να πειράξει κάποιον.
Βγήκε ο μαλάκας ο δόκιμος με μαύρο γυαλί όλο μούρη για να το παίξει ψαρωτικός.
Βλ. και ψαρ~
Got a better definition? Add it!
Published 2008-02-10 22:24:58+00:00 Last modified 2008-02-17 01:55:07+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.