Συνώνυμο του ούγκανου, βλάκα, ανεγκέφαλου. Φαίνεται να είναι της μοδός στον νεαρόκοσμο εδώ και κάποιο διάστημα. Εγώ το άκουσα πρώτη φορά εδώ και κάνα χρόνο από τον τότε σχεδόν δεκαεξάχρονο γιόκα μου (μαντέψτε πόσο είναι τώρα, πιθήκια μου).
Πάντως, ως προσεκτικό και μελετηρό παλληκάρι, τον χαρακτηρισμό δεν τον απηύθυνε στην αφεντιά μου. Πιθανότατα είχε διαβάσει στα ιντερνέτια πως οι γίββωνες, αν και δεν κατατάσσονται στους μεγάλους πιθήκους (όπως οι γορίλες), διαθέτουν ιδιαιτέρως μακριά χέρια και πόδια και μπορούν, ως κατ' εξοχήν δενδρόβιο είδος, να πηδάνε με άνεση και ταχύτητα από βιβλιοθήκη σε πολυέλαιο κι από κει σε ντουλάπια κουζίνας, ενώ εκβάλλουν διαπεραστικές κραυγές που ακούγονται σε μεγάλη απόσταση.
Τι βρίζεις ρε γίββωνα?
γυρνα τωρα εκει που ανηκεις οσο ειναι καιρος, μαλακα γιββωνα!
τωρα αντε τραβα να σκαρφαλωσεις σε κανενα δεντρο γιββωνα και ασε τους σχολιασμους
Κι όταν μιλάς για το Κόμμα μας το εργατικό, το Κόμμα της εργατιάς, της αγροτιάς και της φοιτητιάς, θα πλένεις την τρύπα σου με ασετόν κια φωσφορικό οξύ αγράμματε γίββωνα της κινεζικής ενδοχώρας.
ΠΩΣ ΕΙΣΑΙ ΕΤΣΙ ΒΡΕ ΜΑΛΑΚΑ ΓΙΒΒΩΝΑ
καθυστερημενε γιββωνα
Σκασε ρε μαλακα, βρωμιαρη, γυφτο, μαϊμου, γιββωνα, μυγα, κουραδα της λασπης.
Από τη ζούγκλα του διαδικτύου