Χαζός. Χαζοβιόλης, χοντροκέφαλος και αδέξιος - όλα μαζί.
Προέρχεται από τη λέξη baucco της Βενετσιάνικης διαλέκτου. Στα Βενετσιάνικα απαντάται και ως bauco και baucoto. Στα Ελληνικά έχει περάσει και ως μπαούτσος με παραφθορά της ορίτζιναλ προφοράς.
Καλά, είστε μπαούκοι μεγάλοι και οι δυο σας... Είναι ποτέ δυνατόν να χωρέσει κοτζάμ ντουλάπα από αυτή την πορτούλα... Πρέπει να την λύσετε... θα μου γκρεμίσετε το σπίτι...