(πληθυντικός μόνο) Εμφατικός χαρακτηρισμός των οπισθίων. Συνήθως συνοδεύεται από την έκφραση «θα σου/ της ξεσκίσω τα».

- Τι άλογο είναι αυτή η Ελένη!
- Ε ρε και να την βάλω κάτω, θα της ξεσκίσω τα κωλοβάρδουλα!

ΒΑΡΔΟΥΛΟ ΔΕΡΜΑΤΙΝΟ ΑΠΛΟ (από dryhammer, 15/05/14)βάρδουλα (από dryhammer, 15/05/14)γαντζόκλειδο για βάρδουλες (από dryhammer, 15/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified