Όταν κάποιος ξεφεύγει, παραφέρεται. Λαϊκιστί, όταν κάποιος τα παίζει (όχι απ' την κούραση).

- Δες τον Κώστα! Εδώ και μισή ώρα κουνάει το κεφάλι του περα δώθε να δει πότε θα ζαλιστεί!
- Πω, καλά! Έχει λαλήσει!

- Καλά, παίζεις μπάλα στο σπίτι σου όταν έχεις καλεσμένους; Έχεις λαλήσει μου φαίνεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified