μεταφ.: εξαιρετικά, πολύ σπουδαία ερμηνεία -κυρίως σε εκτέλεση μουσικού. Πάρα πολύ (για πιοτό).
συνώνυμο: παίζει παπάδες!
Ο τύπος που μοιάζει με τον Μάρλεϊ παίζει στην κιθάρα κωλάντερα!
Χθες πάλι ήπιαμε κωλάντερα και δεν την παλεύω καθόλου σήμερα!
μεταφ.: εξαιρετικά, πολύ σπουδαία ερμηνεία -κυρίως σε εκτέλεση μουσικού. Πάρα πολύ (για πιοτό).
συνώνυμο: παίζει παπάδες!
Ο τύπος που μοιάζει με τον Μάρλεϊ παίζει στην κιθάρα κωλάντερα!
Χθες πάλι ήπιαμε κωλάντερα και δεν την παλεύω καθόλου σήμερα!
Got a better definition? Add it!