Κάνω κάτι διαφορετικό από το αναμενόμενο για να μην καρφωθώ, να μην προδοθώ, για να παραπλανήσω, ρίχνω στάχτη στα μάτια.

Κάθε βράδυ μόλις φεύγει ο άντρας της για τη δουλειά τρέχει να τον συναντήσει. Κάτι μυρίστηκε ο άλλος, κάτι ακούστηκε στη γειτονιά, και αυτή η πονηρή τα τελευταία βράδια μένει σπίτι για ξεκάρφωμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified