Φεύγω γρήγορα, άρον άρον, βιαστικά.
Συνώνυμο του «παίρνω τον πούλο».

Μάγκες, το πουλελέ κι αμάν αμάν!!! Είναι δύο παρα δέκα!!! Έπρεπε να είμαστε ήδη εκεί!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified