Τζιτζιλόνι, πολύ καλό, ανακαινισμένο, καθαρισμένο, γενικά σε καλύτερη κατάσταση από πριν.
Στην αρχή αναφερόταν μόνο για αυτοκίνητα αλλά αργότερα επεκτάθηκε η σημασία. Πάντως πρόκειται για λεξιπλασία που προέρχεται από τον Πινινφαρίνα.
- Πού ήσουν ρε;
- Πήγα έπλυνα το αμάξι, έγινε πετιφαρίνα/πετιφαρινάτο.Καλά, πήγα κομμωτήριο και τα μαλλιά μου έγιναν πετιφαρινάτα.