Στο θεατρικό έργο που λέγεται ελληνικός στρατός, κομπάρσος είναι ο φαντάρος, σε αντιδιαστολή προς τους μονιμάδες, δες.

  1. Αυτή τη στιγμή κάνουν σκοπέτο πέντε έξι χεπχοπάδες και καμιά εικοσαριά κομπάρσοι.

  2. - Τελικά θα καταργηθεί η θητεία;
    - Τι λε ρε; Γίνεται έργο χωρίς κομπάρσους;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν έχει πρωτεύοντα λόγο ή ρόλο σε μια κατάσταση. Ή αυτός που ενώ θα έπρεπε να είχε, τελικά δεν έχει. Ο παρακατιανός.

-Ο Τάκης; Ποτέ δεν κατάφερε κάτι μόνος του. Όλες τις αποφάσεις άλλοι τις έπαιρναν γι' αυτόν. Κομπάρσος στην ίδια του τη ζωή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βοηθητικός ηθοποιός. Αυτός που προσπαθεί πολύ για κάτι αλλά στο τέλος αποτυγχάνει λόγω έλλειψης καλής στρατηγικής, ο ανάξιος αναφοράς.

-Τι...έφαγες χυλόπιττα; Πωπω, ρε φίλε είσαι πολύ κομπάρσος τελικά!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified