Όταν αναφέρεται σε μηχανήματα (συνήθως μοτό ή αυτοκίνητα), σημαίνει ότι το εν λόγω όχημα ή μηχάνημα είναι για τον πούτσο. Δε μετράει.

  1. Στο φανάρι της παραλιακής:
    - Μεγάλε τα στήνουμε;
    - Πάρε ρε φίλε το κλαστήρι σου από 'δω και πέτα το.

  2. Στην Ε.Ο. Αθηνών - Κορίνθου:
    - Κοίτα το μαλάκα με το κλαστήρι. Με 50 στο αριστερό ρεύμα!

βλ. και καβουρδιστήρι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αδιάφορος, ο σταρχιδιστής, αυτός που τους έχει όλους κλασμένους.

Μεγάλο κλαστήρι η Τόνια. Τρεις μέρες είναι που της έχω στείλει μήνυμα κι ακόμα να απαντήσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified