Γκέι άντρας συμπαθητικός, χαριτωμένος και καλοσυνάτος σαν δελφίνι, όπως δηλαδή επιμένουν να μας θεωρούν κάποιες στρέιτ γυναίκες, οι οποίες σοκάρονται όταν ανακαλύπτουν ότι τα αδερφίνια κάνουν και σεξ και δεν είναι πάντα καλοσυνάτα. Από το Πλαθολόγιο - Η απουστειρωμένη έκδοση , εκδ. Intro 2008.

«Παιδί μου, δεν είμαι αδερφίνι! Βρωμοπουστάρα του κερατά είμαι, βγάλε με από το ροζ συννεφάκι που μ’ έχεις χώσει», φώναξε ο Κώστας στη φιλενάδα του.

Got a better definition? Add it!

Published

Άλλο ένα από τα εκατοντάδες συνώνυμα του πούστη, προφανώς από μία σλανγκική συγχώνευση του «αδελφή» και του «δελφίνι». Το αδελφίνι είναι ο εύχαρις συμπαθής πουστρίγκος, με κοινωνικές τάσεις, που ακολουθεί τους ναύτες και παρεμφερή επαγγέλματα, λ.χ. νταλικέρηδες κτλ., όπως το δελφίνι τα καράβια. Έχει μοναδικές ικανότητες στην ευκινησία και την κολύμβηση, κυρίως την παθητική. Είναι ο γκέι που αρέσει και στα παιδάκια, και γενικά, που εκτός από το να την τρίζει την όπισθεν, επιπλέον: το χαστουκίζει το δελφίνι, ή αν είναι πιο ακραίος, το μαστιγώνει το δελφίνι, το κολυμπάει το ύπτιο κ.ο.κ..

  1. - Φοβερός ο Σάκης! Τι ευκινησία! Τι κωλοτούμπες στον αέρα! Και τι χάρη! Τι χαριτωμενιά!
    - Σωστό αδελφίνι!

  2. - Αδελφίνι, αδελφινάκι, πάμε πιο γρήγορα, πάμε πιο γρήγορα,
    να δω τα σφαλιχτά του τα ματοτσίνορα, τα ματοτσίνορα...
    (σλανγκική παραλλαγή άσματος)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified