Το καβαλητό σεξ από την ομώνυμη όπερα. Και λίγο αγροίκο «αγροτικό» σεξ.

Είναι πολύ καλή ψωλίστ στην Καβαλέρια Ρουστικάνα.

Ρουστίκ (από GATZMAN, 04/02/09)

Βλ. σχετικά: καβάλα, Καβαλητός, ο, καβαλάρης, ο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified