Ο πλούσιος, εύπορος άνθρωπος σε slang απόδοση. Πόλλες φορές τέτοιοι τύποι την βρίσκουν να επιδεικνύουν τα αποκτήματα τους. Άλλοι περιορίζονται στο να το παίζουν λεφτάδες...

αατα.

Ο γνωστος ...λεφτάς - εφοπλιστής Θ. Β. έγινε παππούς. Η κόρη του γέννησε ένα κοριτσάκι. Όσοι θέλετε την εύνοια του, να τον πάρετε να του ευχηθείτε. (http://troktiko.blogspot.com/2008/06/blog-post_3931.html)

Το τόπικ είναι για μάγκες και λεφτάδες, όχι για κουλτουριάρηδες αντιδραστικούς.
(www.metropolisradio.gr/forum)

Συνώνυμα του πλούσιος: λεφτάς, ματσό, μπρούκλης, φραγκάτος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified