SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Lemma results (2149)
Showing 661-720 from 2149 · Show all (24708)

  • A Z
  • Many definitions one
  • Newer Older
  • α
  • β
  • γ
  • δ
  • ε
  • ζ
  • η
  • θ
  • ι
  • κ
  • λ
  • μ
  • ν
  • ξ
  • ο
  • π
  • ρ
  • σ
  • τ
  • υ
  • φ
  • χ
  • ψ
  • ω
  • #
  • en
  • Random
  • All
σκακιέρης 1 σκακιστική σλανγκ 1 σκαλά 1 σκάλα των πετράλων 1 σκαλιάζω 1 σκαλιστήρι 1 σκαλομούνα 1 σκαλοπάτι 1 σκαλπ 1 σκάλωμα 1 σκαλωμαρία, σκαλομαρία 1 σκαλωματίας 1 σκαλώνω 2 σκαμάτα! 1 σκαμνάκι 1 σκαμπάζω 3 σκαμπίλ 1 σκαμπιλαϊζερ 1 σκαμπογαμιόλα 1 σκαμπρόζικος 1
σκαμπωγαμιόλα 1 σκανάρω 2 σκάνγκ / σκάνκ 1 σκανούρι 1 σκανόφουντα, σκανκόφουντα 1 σκαντζόχοιρος 1 σκάουτερ συνταγών 1 σκάουτινγκ (scouting) 1 σκαπετάω 1 Σκαπετάω 1 Σκαπότα 1 σκαπουλάρω 2 σκαραβαίος 1 σκαραπαταλεύω 1 σκαρκαλέτσος 1 σκαροντούφεκο 1 σκάρτος 2 σκάρτσα 1 σκασάκια 1 σκάσε 1
σκάσε βλάκα 1 σκάσε και κολύμπα 1 σκασίδι 1 σκασίλα μου μεγάλη και δέκα παπαγάλοι 1 σκαστός 2 σκαστράκι 1 σκατά 2 σκατά δεν είχαμε... 1 σκατά δεν παίρνει ο Χάρος 1 σκατά είχες στο στόμα σου; 1 σκατά κι απόσκατα 1 σκατά κουραδένια 1 σκατά με φράουλες 2 σκατά μελάτα 1 σκατά να φας, και νερό να μη πιείς 1 σκατά να φας, σκατά να πιεις, σκατά να πας να χέσεις, από σκατά να σηκωθείς και σε σκατά να ξαναπέσεις 1 σκατά νοικοκυρά είσαι, ματάρες μου 1 σκατά ο μεν, σκατά ο δε, σκατά ο κόσμος όλος κι απ’ το πολύ το χέσιμο μου πόνεσε ο κώλος 1 σκατά πιάνει, χρυσάφι (μάλαμα) γίνεται / χρυσάφι (μάλαμα) πιάνει, σκατά γίνεται 1 σκατά στα μούτρα 1
  • « Previous
  • 1
  • 2
  • 3
  •  .. 
  • 9
  • 10
  • 11
  • 12
  • 13
  • 14
  • 15
  •  .. 
  • 34
  • 35
  • 36
  • Next »
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.