SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Lemma results (808)
Showing 241-300 from 808 · Show all (24703)

  • Z A
  • Many definitions one
  • Newer Older
  • α
  • β
  • γ
  • δ
  • ε
  • ζ
  • η
  • θ
  • ι
  • κ
  • λ
  • μ
  • ν
  • ξ
  • ο
  • π
  • ρ
  • σ
  • τ
  • υ
  • φ
  • χ
  • ψ
  • ω
  • #
  • en
  • Random
  • All
Χόρχε 1 χορτοφάγος 1 χόρτο 1 χορτασίλα μου μυρίζει! 1 χόρτασε η ψείρα και βγήκε στο γιακά 1 χορταρέας 2 χορταράκιας 1 χορτάγχος 1 χορός 1 χοροπηδάδικο 1 χορηγός 1 χορηγία 1 χορεύω τσάμικο 1 χορεύω τα αγγούρια 1 χορεύω κάποιον στο ταψί 1 χορδοσάπιεν 1 Χοντρός; Τον τρως, πώς γράφεται; 1 χοντρός-χοντρός, την πούτσα μου την τρως 1 χοντροπούτανος 1 χοντροπετσίαση 1
Χοντρομπέμπης 1 χοντρομπαλού 1 χοντρομπαλάς 1 χοντρομπαλάκας 1 χοντρομούρω, χοντρομούρου 1 χοντρομαλάκας 1 χοντρολίπαρος 1 χοντροκέφαλος 1 χοντρό το 'κοψες 1 χοντρό 3 χοντρήμ τημ 1 χοντρή φελάδα 1 χοντρή του θησαυρού 1 χοντράδια 1 χοντρά 1 χοντοσεντερόνη 1 χοντοθεραπεία 1 χόντα, όλο προσόντα 1 Χονολουλού και Ταγκανίκα 1 χονδροπούτσα 1
χόμπιτ 1 χομπίστας 1 χοληστερίνη πάρτυ 1 χοιρότερος, χοίριστος 1 χοιροειδής αδένας 1 χόινταξ 1 χοβλάς 1 Χόαξ 1 χοάνη 1 χνουστάκι 1 Χνέφω 1 χνάρι 1 χμού 1 χλωροφύλλη 2 χλωρός 2 χλωρινέ 1 χλωμός 1 χλωμίδα και σπανίδα 1 χλωμή, χοντρούλα με γυαλιά 1 χλοοκοπτικό 1
  • « Previous
  • 1
  •  .. 
  • 2
  • 3
  • 4
  • 5
  • 6
  • 7
  • 8
  •  .. 
  • 12
  • 13
  • 14
  • Next »
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.