Πατρίδα των Ολυμπιακών είναι το Κεφάλαιο! αφιερωμένο @ xalikoutis
και γω έκανα add στο φειςμπουκ τη Λένα Διβάνη. Θα ζήσω γιατρέ μου;
Όπως ο Τσακ δηλαδή! Reductio ad Chuck Norris!
fact: ο Τσακ Νόρης ξέρει καλύτερα τη Θεσαλλλονίκη απ' τον Πονηρόσκυλο.
Καθαρότατα μη ρατσιστική λέξη... τι λες τώρα!
Και νάτο το φάκτ πετιέται: ο Τσάκ Νόρης ανάγκασε τον Jesus να κάνει ρατσιστικό αστείο :))
ρε αυτός είναι πούστης! (που τον έχουμε πληρώσει και θα τον πληρώνουμε για γενιές ακόμη)
σαν να μου φαίνεται πως ο αποπάνω έχει ένα πόιντ, κάτι είχα ακούσει σχετικά. Και φυσικά ο λαζόπουλος είναι μαλάκας (άσχετο)
στέκει. εγώ τις ήξερα απλά ως λιοντάρια, απ' τα έιτις.
Διόρθωση: το να γαμήσει κάποιος πριν τον πατέρα του είναι τεχνικώς εφικτό - αν ο πατέρας έχει απλά δωρίσει σπέρμα και επομένως το παιδί που προέκυψε είναι παιδί απο μαλακία. Φαντάζομαι πως αυτό δεν είναι καθόλου τιμητικό για τον Τσακ.
Αλλά δε γαμιέται.
- ο Τσακ Νόρης δεν παίζει το πουλί του. Το έχει τερματίσει.
- τι βρήκε ο Ζούκερμπεργκ μόλις έφτιαξε το φέιςμπουκ; - αίτημα φιλίας απ' τον Τσάκ Νόρης.
- ο Τσακ Νόρης ξέρει ... πού να γείρεις το κορμί σου όταν γυρνάς απ' τα μπαρ κι απ' τα ξενύχτια.
vrastaman είσαι μέγας ρε πούστη, το 'καψα και γω με το γάμο, επίτηδες δεν κανόνισα τίποτα εκείνη τη μέρα και την άραξα απ' τις 9 το πρωί
Στο ίδιο κλίμα ακραίας έκφρασης θαυμασμού προς υπερμουνίδιο κινούνται και (υπαρκτές) εκφράσεις του τύπου «να την έχω απέναντί μου απλά να τη βλέπω και να τραβάω μαλακία για πάρτη της μέχρι να λιώσω». Είσαι δηλ. τόσο εκστασιασμένος που δε θες να «μολύνεις» αυτό το θείο πλάσμα με την επαφή, θες απλά να το αποθαυμάζεις εκ του μαρκόθεν (sic) και τίποτε άλλο, αυτό σου αρκεί. Για να το φιλοσοφικοποιήσω / αισθητικοποιήσω λίγο, περνάμε νομίζω απο την κατηγορία του Ωραίου στην κατηγορία του (καντιανού) Υψηλού (Sublime), που σου προκαλεί δέος σαν στρατός παρατεταγμένος για μάχη. Ο συνονόματός μου το απέδωσε αποκαλυψιακώς (12, 1-2) ως γυνὴ περιβεβλημένη τὸν ἥλιον, καὶ ἡ σελήνη ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτῆς, καὶ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς στέφανος ἀστέρων δώδεκα, καὶ ἐν γαστρὶ ἔχουσα καὶ ἔκραζεν ὠδίνουσα καὶ βασανιζομένη τεκεῖν.
ο Τσακ Νόρης ξέρει πώς γένιν αυτό.
Χωρίς να θέλω επ' ουδενί να υποτιμήσω το στοχασμό σου, νομίζω πως στο γκεηλίκι ή το «γκεηλίκι» μπορεί να αχθεί κανείς απο άπειρους διαφορετικούς δρόμους, κάτι σαν τη Ρώμη. Θέλω να πω, οποιαδήποτε σχεδόν συμπεριφορά, αν κάτσεις και την ξεψαχνίσεις και τη βυθοσκοπήσεις, ε του πούστη θα βρεις κάτι που να μας συνδέει με το αρχέγονο παρελθόν μας, οντογενετικό και φυλογενετικό, εκεί που το «φύλο» ακόμη δεν έχει μορφοποιηθεί και που ακόμα όλα είναι φλούξους. Εξ ου και οι τεράστιες αντιδράσεις προς την ψυχανάλα και γενικότερα την ψυχολογιοποίηση, μπορείς να οδηγηθείς στο ίδιο συμπέρασμα, κατά πως σε βολεύει, απο εκ διαμέτρου αντίθετες συμπεριφορές, π.χ. το παίζεις μάτσο και γαμάουας, είσαι ανασφαλής και κρυφολούγκρας που πασκίζει να απωθήσει, ενώ αν φέρεσαι με ευαισθησίες και γουτσισμούς κ.τ.τ, ε τότε και καλά είναι φως φανάρι είσαι τελειωμένη, χωριό που φαίνεται κολαούζο δε θέλει κλπ.
Και εντέλει το κοινωνικά κολάσιμο στον άντρα δεν είναι να παίρνει πίπα γενικώς, αλλά να παίρνει πίπα σε άλλον άντρα. Αν δηλ. στη βαρέσει και πας και πελεκήσεις κανα δυο πλευράκια σου για να μπορείς να παίρνεις πίπα στον εαυτό σου (υπάρχει), δε θα σε πουν πούστη (τουλάχιστον όχι αμέσως), μάλλον για δέσιμο θα πουν οτι είσαι.
Εν προκειμένω παίζει ρόλο ο λόγος για τον οποίο προτίθεσαι να πάρεις πίπα σε κάποιον άλλον άντρα. Όχι επειδή θα ευχαριστηθείς την επαφή με τη πούτσα του, αλλά επειδή εμμέσως θα έρθεις σε επαφή με το μουνάκι της πιτσιρίκας που σε καύλωσε. Δεν είναι το ίδιο πράγμα. Είσαι αναγκασμένος τρόπον τινά να το κάνεις. Ανάλογη περίπτωση θα είναι αν έρθει λέμε κάποιος και σου πει οτι αν του πάρεις πίπα θα σου δώσει 5 κατομύρια ευρά, ε εκεί θα είσαι μαλάκας αν δεν το κάνεις και όχι πούστης αν το κάνεις.
Και φυσικά ο νούλης που λες οτι την εκόμισε τα πρώτα εις σλανγκ.γρ, μόνο αδερφή δεν είναι. Νο;
Κομίζω γλαύκα τώρα, αλλά το κάθετί κρίνεται εντός του context όπου εκφωνείται. Όταν οι αράπηδες αποκαλούνται μεταξύ τους μαμογαμιάδες φυσικά δεν το εννοούν, όπως και μεις δεν εννοούμε το μαλάκας, πούστης κλπ («έλα ρε πούστη, αλήθεια;!»). Εν προκειμένω έχει ήδη προηγηθεί μια καραμπινάτη εκδήλωση αντριλικίου, ήτοι η έκφραση θαυμασμού προς ωραίο μουνίδιο, για το οποίο μάλιστα θα υπέβαλες εαυτόν σε θυσίες προκειμένου να το γευτείς. Επομένως ό,τι ειπωθεί μετά είναι τρόπον τινά αποδυναμωμένο, προσδιορίζεται απόλυτα εκ της προρρηθείσης εκδήλωσης ανδρισμού.
Χάνκοντα θα διαφωνήσω. Αν αφήσουμε κατά μέρος ψυχανάλες και τα τοιαύτα, δεν αποτελεί ένδειξη γκεηλικιού. Το έχω ακούσει πολλές φορές απο καραστρέιτ τύπους που, απλά, τυχαίνει να είναι κάπως πιο ακομπλάριστοι και χουμορίστες. Και στο λέω εγώ αυτό, που ξέρεις το σκάλωμά μου να αποκαλύπτω τους γκέηδες πίσω απο φαινομενικά «αθώες» συμπεριφορές.
Mπα, καμία σχέση με βορρά, αποδώ απ' το σλανγκ με έχει κολλήσει. Αγαπώ Θεσνίκη για τα μνημεία της και την αδιάσπαστη ιστορία της αλλά δεν αλλάζω την Τσιμεντοσίτυ.
Πολλά απο αυτά που όπως λες ακούγονται δεν είναι καθόλου αβάσιμα. Ιδίως αυτό με το συγχρωτισμό των τάξεων το έχω βιώσει στο πετσί μου απο την ώρα που γεννήθηκα - και δεν το λέω με απογοήτευση, κάθε άλλο.
Το κάθε πράγμα έχει τα καλά του και τα κακά του. Ίσως να προτιμούσα Παρίσι, με τον μπουρζουάδικο αέρα του και την άπλα του. Όμως κι εδώ αυτό το πολεοδομικό χάος έχει την παράξενη γοητεία του, αυτός ο λαβύρινθος της μεγαλούπολης, τους δρόμους της οποίας μισούμε και αγαπάμε την ίδια στιγμή, ιδίως όσοι κινούμαστε με μοτόρι και ξέρουμε την πόλη σαν τη παλάμη μας (βλ. και λήμμα καμπαλέρος). Το πιο πιθανό είναι φυσικά πως τα περισσότερα επιχειρήματα υπεράσπισης της αθηναϊκής πολεοδομίας είναι ex eventu, κατασκευάστηκαν εκ των υστέρων για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Ακόμη κι έτσι, διατηρούν κάποια αξία.
Αρχιτεκτονικά, η Αθήνα είναι ελάχιστα grandiosa, διαθέτει ελάχιστα μνημειακά κτίσματα αναφοράς που να δεσπόζουν επί του αστικού ιστού. Γιατί όμως; Διότι διαθέτει τα φυσικά εξάρματά της, τους λόφους της: Ακρόπολη, Φιλοπάππου, Τουρκοβούνια, σκούφος του Λυκαβηττού (κατά Σαββόπουλο) και τα ρέστα. Όταν χτιζόταν η Αθήνα, στη δεκαετία του 1840, ήταν ενσυνείδητη η απόφαση, λένε, να μην υψωθούν τα κτίρια πολύ (εξ ου και τα σεμνά Ανάκτορα του Γκέρτνερ, νυν Βουλή) για να μην ανταγωνίζονται, και καλά τα φυσικά εξάρματα της πόλης, ιδίως τον πάνσεπτο Βράχο, τη θέα του οποίου τίποτε δεν επιτρεπόταν να κρύβει. Στη νέα πρωτεύουσα θριάμβευσε το ιδιωτικό, αυτό επέβαλε την παρουσία του εξαρχής: η Πανεπιστημίου γέμισε με πολυτελή μέγαρα ιδιωτών, όπως το Ιλίου Μέλαθρον του Σλήμαν, στο Σύνταγμα είχαμε τη Μεγάλη Βρετανία (αρχικά τριώροφη) κ.ο.κ. Το δημόσιο δεν διέθετε τη δύναμη που είχε σε μια Γαλλία π.χ. της Β' Αυτοκρατορίας.
Επιστρέφω σε πιο πρόσφατους καιρούς για να θίξω το μέγα κατ' εμέ θέμα των ουρανοξυστών, που αν προχωρούσαν, θα έδιναν άλλη όψη, πιστεύω προς το καλύτερο, στη πόλη. Πολλά επιχειρήματα ακούστηκαν κατά των, π.χ. το τελείως σαθρό οτι και καλά δεν αντέχουν στους σεισμούς και άλλα γελοία. Το κοινωνιολογικό επιχείρημα είναι το πιο βαρύνον: το κράτος της Μεταπολίτευσης επεδίωξε και πέτυχε την κοινωνική ισοπέδωση, τον εξισωτισμό με κάθε κόστος (παροχές, αθρόοι διορισμοί, νέο οικογενειακό δίκαιο, νόμος του 1982 για τα Πανεπιστήμια, κατάργηση βαθμολογίας και εξετάσεων σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση αντίστοιχα, κατάργηση τόνων και πνευμάτων κ.ο.κ.). Είχε και θετικές πλευρές το πράγμα σίγουρα, όμως αυτή η απέχθεια προς το υψηλό κτίσμα είναι σίγουρα απόρροια βαθύτατου κομπλεξισμού και μικρόνοιας. Να είμαστε με το ζόρι όλοι ίσοι, κανείς να μην είναι πιο ψηλά ή «ψηλά» απο τον άλλο. Μόνο η χούντα είχε τολμήσει να διαφοροποιηθεί σε αυτό, τότε μόνο χτίστηκαν οι ελάχιστοι ουρανοξύστες της Αθήνας, κι όσοι σηκώθηκαν μεταπολιτευτικά ήταν βάσει αδειών εκδοθέντων επί δικταττορίας. Αλλά τότε ήταν κι άλλες εποχές, πιο αισιόδοξες, πριν την κρίση του '73, απο την οποία ξεκινούν όλα τα δεινά που φτάνουν ως σήμερα.
Με έλεγε πάντως πρόσφατα φίλος αρχιτέκτων πως η Αθήνα είναι, υπό μια έννοια, η πιο μοντερνιστική αρχιτεκτονικά πόλη στον κόσμο (!), με τις πανομοιότυπες πολυκατοικίες της αντιπαροχής όπου θριαμβεύει το λεκορμπυζιακό module. Χωρίς φυσικά αυτό να συνεπάγεται οποιαδήποτε αξιολογική κρίση.
Brit Milah το λένε και είναι απλό!
Για κατς ρε άνθρωπα, αν είμαι διατεθειμένος να αλλάξω θρήσκευμα για την πάρτη της - και άρα να υποβληθώ εις circumcisionem, τότε δεν είμαι ασυνείδητα αντισημίτης αλλά ασυνείδητα εβραιόφιλος! Ξέρω λέγανε για πολλούς ναζήδες οτι είχανε κρυφές συμπάθειες κλπ εδώ σηκώνει πολλή ψυχανάλα το θέμα και είσαι στα χωράφια σου δε μπορώ να σε παίξω.
Εννοείται πάντα ιταλία με καράβι, κι ας κάνει 22 ώρες η ανκόνα και 36 η βενετιά, παίρνεις και την αμαξούμπα σου κοντά κι είσαι κονιόρδος,λες και τις μαλακίες σου με τους φορτηγατζήδες, περνά η ώρα στο πιτςφιτίλι.
Μέσα και στα περί τεχνητού κλίματος που σου γαμάει τα νεύρα αντιστρέφοντας τις εποχές, στα πλοία και ιδίως στις γαμημένες τις ιδιωτικές δουλειές γραφείου, ο αργός θάνατος στη γυάλα του γραφείου,έχει γράψει ένα καταπληκτικό άρθρο ο Μπουκάλας παλιότερα στην ελευθεροτυπία γι' αυτό.
Το τσιγάρο μη το πιάσουμε πάλι, πονάει το γαμημένο ... θενκ γκοντ που πρόλαβα τις θρυλικές εποχές των πανεπιστημίων, μέχρι πριν καμιά δεκαριά, που έβλεπες όλο το αμφιθέατρο να εξαϋλώνεται σε μια τεράστια ντουμάνα, για τόλμα τώρα να το κάνεις, σηκωτό θα σε βγάλουν οι κορεκτίλες έξω, ακόμη κι αριστεράντζες που θεωρητικά είναι πιο προοδευτικοί κι έτσι, μου 'χουν βάλει χέρι για το τσιγάρο, οτι και καλά «εμένα δε με πειράζει φίλε, αλλά μπορεί κάποιον άλλο να τον πειράζει» και άλλα τέτοια σάπια.
τι φοίνικες και χριστούς με λες γιατρέ μου, εγώ σαν καλός βυζ-αντινολόγος (που θάλεγε κι ο γκάτσμαν) χάθηκα στη χαράδρα με το γεια σας :Ρ
Αυτά και άλλα ωραία ογδονταήδικα, που γέμιζαν τους χώρους και την ψυχή μας με ζεστασιά, πριν έρθουν οι αποστειρωμένες κορεκτίλες τύπου μπλουστάρ και πούτσες μπλε. Παντού πλέον η μανία να φτάσεις γρήγορα, όλο και πιο γρήγορα, να διακτινιστείς ει δυνατόν. Για να πας πού και να προφθάσεις τί ακριβώς; Τις περιβόητες «διακοπές», που πάντα τοποθετούνται κάπου «αλλού», μέσα απο μια διαδικασία αιώνιας βασανιστικής μετάθεσης της ευτυχίας σε τόπους μακρινούς μακριά από το εδώ και τώρα (βλ. και σχόλιο χαλικούτι στο σαολίν). Η χαρά είναι στο ταξίδι, όχι στον προορισμό, είχε πει κάποιος κοντοχωριανός μου.
εγώ για τα βυζιά της πιτσιρίκας στο μέντι γινόμουνα κι εβραίος και μουζουλμάνος και χάρε κρίσνα χάρε ράμα
Πάντως αυτά τα παλιά και καλούα σαπιοκάραβα-σκυλοπνίχτες, με τους άπλετους ελεύθερους χώρους τους σου παρείχαν ένα πολύ πιο άνετο (αν και πολύωρο) ταξίδι σε σχέση με τη στριμόκωλη κορεκτίλα και αποστειρωτίλα των blue star και λοιπών ταχέων. Ήταν ο παράδεισος του πιτσιρικά (και όχι μόνο), μπορούσες να κινηθείς ελεύθερα σε ένα σωρό διαφορετικούς χώρους, σαλόνια, παρασαλόνια, σαλονάκια, αεροπορικές, πολυθρονάτες αεροπορικές, ό,τι τράβαγε η ψυχή σου. Κι άμα κουραζόσουν είχες άπλετο χώρο να απλώσεις την αρίδα σου σε καμιά καναπεδούρα και να την πέσεις, αφού φυσικά βγάλεις παπούτσα-κάλτσες και τα τοιαύτα. Το πλοίο σε προκαλούσε να το εξερευνήσεις, να σεργιανίσεις μες τα σωθικά του, να χαθείς και να ξαναβρεθείς, να αλλάξεις θέσεις ξανά και ξανά, να πειραματιστείς μέχρι να βρεις τη γωνιά που θα προσάραζες οριστικά. Τι κι αν έκανες λίγο παραπάνω; Σημασία έχει οτι δεν ήσουν βιδωμένος σε μια καρέκλα όλες τις ώρες, όπως υποχρεούσαι να κάνεις στα μοντερνιάρικα πλοία, όπου και να σηκωθείς δεν έχεις εντέλει πουθενά να πας εκτός απο τίποτα βρωμογκούντις και λοιπά γαμω-φραντσάιζ να τα ακουμπήσεις χοντρά. Για να μη θυμηθώ που καπνίζαμε φρη όπου γουσταρίζαμε χωρίς να είμαστε αναγκασμένοι να βγαίνουμε κατάστρωμα και να μας παίρνει κ' να μας σηκώνει ο κωλοαέρας.
βασικά αδερφές είναι (έτσι να μη ξεχνιόμαστε)
Σωστός παντί, γνωρίζω μια τουλάχιστον μεγάλη παρέα που κάθε τρεις και λίγο κανονίζει βαλκανικά τουρ - και ουχί μόνο σικάτες δαλματικές ακτές αλλά και χαρκόρ βαλκάνια, βοσνίες ερζεγοβίνες και ρέστα. Οι άνθρωποι αυτοί ΠΟΤΕ ΤΩΝ ΠΟΤΩΝ δεν πηγαίνουν στα ελληνικά νησιά, ούτε καν Ιφκίνθους και άγονες γραμμές, καθότι εκεί του πιάνουν λένε τον κώλο (και δεν έχουν άδικο) ενώ στα Βαλκάνια η ζωή είναι ΠΑΦΜΘΗΝΗ, τρως σε κυριλάουα εστιατόρια φιλέτα με 5 ευρώ και πίτσες με 2, ξενοδοχεία και όλα τα σχετικά. Βέβαια όλο το κόνσεπτ δυσκολεύει λόγω ασταθών πολιτικών συνθηκών σε κοτσυφοπέδια και ρέστα, νομίζω πως άμα σταθεροποιηθούν τα πράγματα θα έχουμε κύμα, ιδίως η σερβία έχει πολλούς φίλους, λένε και πως οι σέρβες είναι τα ωραιότερα μουνιά - δεν έχω δει προσωπικά δεν ξέρω..
@ καντμους, μα φυσικά αγαπητέ, η Ισπανία τους χωράει όλους, κατά καιρούς υπήρξαν πολλές διαφορετικές προσλήψεις (αχ αυτή η λέξη τη λατρεύω!) της Ισπανίας απο τους πλέον ετερόκλητους χώρους, προτάθηκαν ένα σωρό «ερμηνείες» για την ουσία του ισπανισμού, που εντέλει είναι αλληλοσυμπληρούμενες και ουχί αλληλοαποκλειόμενες, όπως λες και συ στα περί τουριστικής βαρκελώνης. Ξέχασα να πω πιο πάνω οτι πριν τους Ρομαντικούς η επανανακάλυψη της Ισπανίας χρεώνεται στον θετικισμό / επιστημονισμό / ταξινομητισμό του Διαφωτισμού, που κωλοκαιγόταν να καλύψει όλα τα «κενά» της ανθρώπινης γνώσης, να ενσωματώσει την Ισπανία στο ευρωπαϊκό αφήγημα.. Σταθμός απο την άποψη αυτή είναι το περίφημο Ισπανικό Μουσείο στο Λούβρο, η πρώτη μεγάλη συλλογή έργων ισπανικής τέχνης που συγκροτήθηκε κατ' επιθυμία του Λουί-Φιλίπ, του βασιλιά-πολίτη των αστών, κάπου στα 1820 κάτι.
@ γκεζού. To name droppin' θα το πραγματευθώ (αν ποτέ) εντός της εληνέζικης πραγματικότητας, ως σύμπτωμα μιας ευρύτερης νεοπλουτίστικης, μπιζνεζολαμογίστικης πετροκωστοπουλικής κουλτούρας που άνθισε περίπου απο τις αρχές των ενενήντας και ως ηγεμονικό πολιτισμικό πρότυπο έλαβε τέλος ας πούμε οριστικά γύρω στο 2008, με την κρίση κ.τ.τ. και της οποίας παραμένουν ακόμη κάποια θλιβερά μουσειακού τύπου απολιθώματα τύπου κανάκη. Αναστοχαστικά, δεν αρνούμαι φυσικά οτι έχω μολυνθεί κι ο ίδιος σε ένα βαθμό από αυτό το κλίμα. Σχόλιο περί ημιμάθειας νομίζω θα κολλάει μόνο στην περίπτωση που το πάω αλλού το θέμα του νέιμ ντρόπιν, δηλ. στην μεταμοντερνιάρικη κουλτούρα του αποσπασματικού και της παπαρολογίας.
Καταντά εκνευριστικό το σκάλωμα των αλτερνιάρηδων και λοιπών φρικιών με την Ισπανία, στο βαθμό που αγνοούν κάθε ιστορική προοπτική. Το σκάλωμα με την Ισπανία δεν είναι χτεσινό ούτε προχτεσινό, οφείλει να σχετικοποιηθεί και να ιστορικοποιηθεί, καθώς αποτελεί τρόπον τινά πάγιο χαρακτηριστικό πολλών ρομαντικών ή νεορομαντικών τάσεων. Πρώτοι οι γάλλοι Ρομαντικοί των αρχών του 19ου κατασκεύασαν την Ισπανία που τους ταίριαζε, προβάλλοντας πάνω της τα δικά τους κολλήματα και εμμονές, σπεύδουν να οικειοποιηθούν τον ισπανικό μύθο και κρατούν κυρίως από αυτόν τις αντιθέσεις: σοβαρότητα / αυστηρότητα - ευθυμία, βιαιότητα / ευγένεια, Καστίλη / Ανδαλουσία, ΔονΚιχώτης / Σάντσος, ραστώνη / ενεργητικότητα κλπ. Ρίχνουν ένα μάλλον οριενταλιστικό βλέμμα στην Ισπανία, ως μια χώρα μυστηριώδη και εξωτική. Τα κλισέ και οι κοινοί τόποι αφθονούν στα κείμενά τους: έρωτας αλα ισπανικά, πάθος, ζήλεια, σκληρότητα, θρησκεία, βία, ηρωισμός, τορεαδόρ και ταύροι, μοιραίες γυναίκες, Ιερά Εξέταση και φανατισμός των καλογέρων, μαύρες μαντίλες κλπ. Τότε είναι που επανανακαλύπτεται και η ζωγραφική μιας ισπανικής «σχολής», της οποίας ιδρυτής είναι φυσικά ο Γκρέκο. Αργότερα θα έρθουν οι μοντερνιστές της Βαρκελώνης και ο Πικάσο, η αναρχοσυνδικαλιστική παράδοση, οι επαναστατικές περγαμηνές της Φουέντε Οβεχούνα, η παρωδία των θείων και πολλά ακόμη.
Σαολίν = σά (=δικά σου) Olin, δηλαδή: δικά σου, μωρή Ολίν = πάρτα μωρή άρρωστη Ολίν (βλ. και μέθοδος Κουκούτση)
Σαν Τσακ = Sanjak, τουρκ. Sancak
νταξ;