You do not have permission to view this page!
You may be allowed to view this page if you log in below.
Αν οι αρκούδες χέζουν στο δάσος, οι αρκουδοπεταλούδες χέζουν οπουδήποτε. Προσοχή!
Όμορφος! Έχω ακούσει για αρούκατη μπαλιά = άγαρμπη /ατσούμπαλη και παράγωγο ουσιαστικό αρουκατιά = πούθεν κουβέντα (του αέρος), στην Πάτρα.
Είναι που λέγαμε μικροί:
[I]Θα σου πάρω λατέρνα
και κιλότα μοντέρνα
να' χει τρύπα μπροστά
να στον χώνω βαθιά[/I]
Καλό!
Έχω την εντύπωση, οτι μπουκούνα/μπουκουνιά είναι η μπουκιά/κομμάτι ψωμί στην κρητική εκ του ιταλ. bocca (στόμα) / boccone=μπουκιά π.χ. in bocca lupo/crepi il lupo=στο στόμα του λύκου και να ποθάνει=(καλή τύχη) και ισπανικά bocado=μπουκιά / bocata=σάντουιτς στην αργκό π.χ. λένε οι ζητιάνοι dame pa' un bocata tio = δώμου κάτι να φάω ένα σάντουιτς.
Είναι ιταλισμός που παίζει μεταξύ του scorregiare=κλάνω/ξηλώνω και scoraggio = αποθάρρυνση/ηθική αδυναμία.
Η ρέγγα όμως στα ιταλικά είναι aringa.
Το πιτσικάρισμα όντως προέρχεται απο το pizzicare /pizziacare (Βένετο)=τσιμπάω και με την διπλή έννοια του παίζω-τζογάρω εξ ου και tarantella pizzica της Σικελίας της Νάπολης και της Πούλιας.
Το πέτσικο παραδόξως στα κεφαλλονίτικα μεταφράζεται ως τζάκι (βλ. «Βάρδια» ... το πέτσικο έκαιγε...)
Ξέρω γώ;
Έχει καπώ τ' αμάξι σας;
Πολύ δυνατό!
Αν συμφωνεί και ο Χαλ, έχω την υποψία οτι προέρχεται απο την «πέτσα» (κρητικό δικτυωτό κεφαλομάντηλο που μπαίνει μαζί με το σαρίκι).
Είν' αλαφρύ, για πιάσε το δεν πάει ούτε ένα κουάρτο!
Να' στε καλά παίδες!
Μου' ρθε κι άλλος ένας ελληνικός τυφλοσούρτης:
Για καλό -ουργός (χειρουργός, λεμβουργός, λεπτουργός κλπ) για κακό -ούργος (πανούργος, κακούργος) κλπ.
Είναι αδιανόητο ν' ακούς γιατρό να λέει «είμαι χειρούργος»...
Μια που πιάσαμε τα Κρητικά, μου θύμισε ο Αίας κι ο Χάλ το γνωστό Λασιθιώτη μαντιναδολόγο «Μπρόκα» κατά κόσμον Ρεϊζάκη, που τον κορόιδεψε κάποιος για το ύψος του λέγοντας:
Μπροκάκη μου, καλόγνωμε μικιά είν' η θωρή σου
Μήπως σαμε το μπόι σου να είναι κι η ψωλή σου;
κι ο Μπρόκας απάντησε καπάκια της:
Πολλά δεν είναι και μικιή
καλή 'ναι και στο μπόι,
την αδερφή σου ρώτηξε
όπου τη συχνοτρώει!
Η μπίχλα στο εσώβρακο λέγεται στα ισπανικά palomino (=περιστεροκουτσουλιά).
Καρασπέκ!
Στός! Βλ. και κεφαλογιούρι (κεφαλομάντηλο - πέτσα).
Οι γκακγαρέοι πρόφεραν το -υ- ως -ιου- δηλ.
άχιουρα (άχυρα), σιούκα (σύκα) κλπ.
Εμένα η δασκάλα μου έλεγε: Το μήνα που δεν έχει «ρο», βάλε στο κρασί νερό (Μάιος-Ιούνιος-Ιούλιος-Αύγουστος).
Εγκλέζικα παιδικά:
30 days have September-
April-June and November
All the rest have 31
excepting February alone
which has but 28 clear
and 29 each leap year
(για τους μονάρχες):
Edward seven, George and Ned [or Ted],
George the sixth, now Liz instead.
Eddie, Georgie, Ned the Eighth;
George the sixth, Elizabeth.
Edward, George, and both again,
Now Bessie Two and that's the end.
Edward, George, the same again
And now Elizabeth doth reign
Ned, George, Ned, and George again,
And Bessie two, long may she reign!
Edward, George, then Ned the eighth
Quickly goes and abdicat’th,
Leaving George, then Liz the second,
And with Charlie next it’s reckoned.
Edward seven, Georgie five,
Ed eight, George six, Liz two, alive.
Edward the seventh stands on his own
George, then Ned gave up the throne
George we love, the people say
And Elizabeth the second is Queen today!
Βυζολαχτάρα!
Καλώς ήρθες Τάκαρε!
Τα έχω ακούσει και ως chattttt-ίσματα π.χ. ενας φίλος έλεγε:
Είδες τον πούτον κι άρκωσε
να φάει να πιεί αρνιέται
βάλτονε κάτω γάματον
να μη σου εκουνιέται!
(Πούτος/πουτί=μουνί, αρκώνω=ανίσταμαι)
Παφίτην αναγιώνεις
κα-cho-sheρον μερώνεις
(αναγιώνω=μεγαλώνω, κα-cho-sheρος=σκατζόχοιρος. Δηλαδή οι Παφίτες είναι τόσο ξεροκέφαλοι, ώστε η μάνα που τους μεγαλώνει δεν πρέπει να τρέφει αυταπάτες οτι θα εξημερωθούν ποτέ).
Δηλαδή «σπάω ρόδα μυρωμένα»
Οι καπνιστές ας ανάψουν ένα τσιγάρο κι οι θρήσκοι μια λαμπάδα ίσαμε το μπόι του Βράσταμαν, για το μήδι...
Βράστα γαμείς-εσύ μας οδηγείς!
Ο κοινός παρονομαστής των αριστοκρατών και των χωριαταρέων, είναι οτι συχνά αγνοούν τους κανόνες της κομψότητας.
Στην πρώτη περίπτωση όμως διάβαζε «αγνόηση» απο τουπέ και στην δεύτερη «άγνοια» απο ελλιπή παιδεία (είναι μεγάλη πουτάνα η ελληνική)...
Μου θύμισες γνωστό κοσμικό επεισόδιο με τον Τσώρτσιλ (sic), που κρατούσε μπαστούνι και ήταν αριστοκράτης μεν, αλλά άξεστος του κερατά.
Όταν λοιπόν τον επετίμησε μια Κυρία της Τιμής, σε βασιλικό μπώλλ, για το μπεκρούλιασμά του ενώπιον του Στέμματος (!):
-Είστε μεθυσμένος!
-Κι εσύ είσαι ασκημομούρα!
Εγώ όμως αύριο θα είμαι ξεμέθυστος...
Η σιωπή μου προς απάντησίν σου :P
Προς το παρόν σου αφιερώνω το «Πυρετός» της Λάιτσα Ντάιαμοντ ή το «Πυρετός του Έρωτα» της Βίκυ Λέανδρος (αν είσαι μοσκομούνης)...
Ξες, δεν είναι ρετρολαγνία (ανάμνησες-σνίφ και τα τέτοια), αφού ναι μεν τουρλουμπούκι και ντιριντάχτα-πλην όμως έφτανες Σαλονίκη μετά απο 8-11 ώρες (!) μες στη μπίχλα και σε περνούσανε λοιμοκαθαρτήριο στη Μοναστηρίου!
Άλλωστε τελευταίο τέτοιο ταξίδι, επιχείρησα να κάνω το 2005 και κυριολεκτικά αρρώστησα απ' την κλεισούρα, τη μπόχα και την πολυκοσμία. Πήγαινα σε γάμο στην Ορεστειάδα και ξώμεινα στη Σαλονίκη με πυρετό (εμ, περάσανε τα χρόνια μπαρμπα-Χότζαααααα)...
Κοίτα κι αυτό
Pony: id est Σαλόνικα φορ έβα
(Ιντερσαλόνικα=Σαλονίκη πώς λέμε θα πάω διακοπές Κρέταφαρμ, σπουδάζω Σκονταξάνθη κλπ).
Γειά σου ιπτάμενε Βίκαρε!
Το καταπληκτικό ήταν παλιότερα, οτι στα ταβερνάκια της Σαλονίκης (Άθωνος, του Φτωχού τ' Αρνί, Τζότζος, Γεντή κ.α.), κρεμούσαν όργανα for whom it may concern και τα ξεκρεμούσε κι έπαιζε όποιος γούσταρε (και ήξερε), εφ' όσον δεν υπήρχε ορχήστρα.
Το αφεντικό αμέσως, χαμήλωνε ή έσβηνε το ραδιόφωνο όταν έβλεπε οτι θα βγούν γούστα.
Στο δε νυχτερινό μούτζουρα Αθήνα-Σαλονίκη («το εξπρέςς του μεσονυκτίου»), πάντα υπήρχε κάποιος που κουβαλούσε μαζί του το έπιπλο και συχνά συνταιριάζονταν αυτοσχέδιες εφάπαξ κομπανίες κι ας μην ξανανταμώνανε ποτέ!
Βέβαια, μες στο τραίνο κυκλοφορούσε κάθε καρυδιάς δικοτυλήδονο: Φοιτητές, βρωμοπόδαροι φαντάροι για τα σύνορα, ιδρωμένοι εργάτες, μαραμένοι μετανάστες, Σελτζούκοι, Πετσενέγοι, Πομάκοι και Ακαρνάνες, λετσοτουρίστες του ίντερρεϊλ, γεροντάκια, νυχτοπερπατητές, λαθρόβιοι, πονηράκηδες κτλ, σε άθλιες συνθήκες (καμιά φορά δεν είχε ούτε όρθιος να σταθείς).
Εννοείται πως μαζί με το νέο υπερταχύ, πανάκριβο, καθαρό και εξατομικευμένο Ιντερσίτυ, αυτά έσβησαν...
Κουλτούρα να φύγουμε Ορέστη και χέσε μέσα Πολυχρόνη!
Παλιά λέγανε «βράσε θέατρο και κατούρα παράσταση» για τα μάπα θεάματα.
Είναι ευφημισμός του κλαπαρχίδα/κλαπαρχίδη, παράγωγο κλαπαρχιδιά, όπως κι ο κλαπάφτης (Πάτρα).