Πάμε ζεμπεκιστάν, για τους αλογομούρηδες όλους, φρομ Σίντνεϊ σίτυ...
(βάλτε κάποιος μύδι)
Αφού την είχα παγιδεύσει την καρέκλα!
(Τί να σε κάνω, που' χε βραχεί το λουκούμι και δεν πήρε)...
Εμένα μου θύμισε το haggis.
Ντεσεσπεράδο ακούει;
Τελικά, η έκφραση-υπόσχεση σωματικής ανάπλασης «θα σε κάνω φέτες», αποτελεί απειλή ή πρόσκληση εγγραφής σε σιδεράδικο;
Ιρονίκ:
(Περί στραβώματος ή μη):
Για να μην καταντήσει δακρύβρεχτη η απάντησή μου, με το Αλιφέρειο φινίρισμα, θα αρκούσε να πώ, οτι είχα πολύ καιρό να χαρώ τόσο πολύ, μέχρι τη συνάντα κι οτι η χαρά μου αυτή δικαιώνεται καθημερινά;
Μες:
(Παραφράζοντας μια νέγρα τραγουδίστρια για τα μπλουζ):
Όποιος δεν αγαπά τη Μές, έχει μια τρύπα στην ψυχή του...
Τζόνι:
Αυτό είναι στεντόνι!
Οι ξεκούμπωτοι τύποι, σκεπάζονται μ' ενα στεντονάκι για να μην κρυολογήσουν και το ρίξουν στα ροσόλια...
Κατ' αρχάς θα ήθελα να ευχαριστήσω (κλπ «βλ. Μπήλιω»)...
Το κείμενο το έγραψα, συνειδητά μειώνοντάς το κατά το δυνατόν, για να γουστάρουν όλοι κι όχι μόνον εγώ.
Συμφωνώ με τον άνθρωπο που έσπαγε πλάκα (μπετατζής). Αυτό το παραμύθι, «αυτά θέλει ο κόσμος» (βλ. τηλεοπτικά προγράμματα) κλπ, «ο λαός τραγούδι θέλει», «την καθαρεύουσα, δεν την καταλαβαίνουν όλοι», τα' χω ξανακούσει (βερεσέ).
Σ' ένα φόρουμ (και όχι αγορά κατά τον Στράβωνα) γλώσσας, σαν κι αυτό, δε νομίζω οτι τίθεται ζήτημα «οικονομίας», προϊούσης της απεραντοσύνης του διαδικτύου.
Είναι ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση να σε αγχώνει αυτή η απεραντοσύνη.
Ούτε χαρτί σου τρώει το κείμενο, ούτε ψωμί σου ζητάει.
Μπορείς, αν σου αρέσει να το απολαύσεις, όπως λέει ο Βράστα.
Σεβόμενος τη γνώμη των συγχρηστών, γράφω όπως μου βγαίνει. Αν δεν αρέσει σε κάποιον το λήμμα, ο ορισμός ή η φόρμα, ας κάνει ο,τι καταλαβαίνει.
Σε κάθε περίπτωση, αφιερώνω το μπλούζ του Γιοκαρίνη:
Μήπως σε κούρασα;
Μήπως στη βίδωσα;
Σαν κάτι αγάπη μου από νωρίς, σε στριτζώνει!
Μήπως σε χτύπησα;
Μήπως αγρίεψα;
Ή μήπως σου μπήκε σε κανα σημείο, σεντόνι;
Tamam ironick hanim!
Η γιαγιά μου έλεγε τσουγκρίζοντας:
Γειά μας κι όποιος θέλει το κακό μας, ο αφαλός μας στην πλάτη του!
Έμμετρος νεολογισμός του υποφαινομένου στα ιταλικά:
Il nostro umbellico sulle spalle,
di quel' coglione che ci vuo' male!
Ορθότατον! Στα σλαβομακεδονίτικα λέγεται «μάκο».
Βλέπε-άκου-κάνε μόκο, θα σου ξηγηθώ μπαγιόκο!
Ζάφτι & τζοχανταραίος= 5 Χ 2...
Συμφωνώ με σιδερένια, γκατζό, έκλεκτρον & κυράστα!
(και για την υπογραφή): Μιστριώτης...
Είναι γιατί του anam τα στίγματα, δε σβήνουνε ποτές!
Αμάν-βατάν!
Άμα περάσεις απ' τα Ταταύλα, πιές έναν τσόκ-σεκερλή στην υγειά μου!
Γκιουρούς-ουρούς!
Οι Τούρκοι το προφέρουν νανκιόρ κι οι παλιοκαιρίσιοι νεοέλληνες το έλεγαν ναμικιώρης, με την έννοια «μίζερος». Ίσως το «α» να προέρχεται απο αρναούτικη (;) παραφθορά (βλ. α-κάθαρμα, α-βδέλλα, α-λησμονιά, α-σφεντόνα κλπ).
Βλ. και σελέμης, μπαταξής, σερεμέτω, τζαναμπέτης, τζερεμές, μιρμίρης, ματζίρης, μουφλούζης, ξίκης, μπατίρης, μουρτζούφλης, κατσούφης, φουκαράς, καρμίρης, σουρουκλεμές, τσουρούτης κλπ.
Ξανά-μανά ζητώ ταπεινά μπαρδόν για το σάβανο, αλλά πώς να πείς για ένα φαινόμενο που περιέχει «τα πάντα όλα», μέσα σε λίγες αράδες;
Αλλίβε, στο αφιερώνω, γιατί σ' αρέσουν κάτι τέτοια...
Εξαιρετικό!
Δεν έχεις κι άδικο σμόκε!
ΚΟΔΗΣΟ-ΚΑΕ, το κόμμα σου λαέ!
Ήμαρτον Κύριε! Μια κλαπαρχιδιά είπα...
Άμα βρεθούμε, θα πάει ο Λάσκειος λόγος σύννεφο :)
Ορθότατος! Εκ του αρβανίτικου τζαπερντόνε = μεγάλη πράσινη σαύρα.
άιντε απο κάτω απ' το ραδίκι...