Ντεζά βυ: Ο ίδιος διάλογος είχε γίνει στο πουτσογλείφτης, που είχε γραφτεί αρχικά ως πουτσογλύφτης.
Υπάρχει ως σφουγγοκωλάριος.
Γενικά όταν λέμε Γιαγκούλας εννοούμε κάποιον ο οποίος είναι άξεστος, αγροίκος και ίσως βίαιος ή ληστής, νο;
Βλ. και Βησιγρόθος και Οστρογρόθος.
Τα 'σπασε!
Για την τσαμπούνα βλ. και το λήμμα κατσαμπούνα και τα λίνκια του.
Υπάρχουν και παραλλαγές λολοπαιγνίων με το ήμερος τύπου:
[I]Ήρθανε τα άγρια να διώξουνε τα τζήμερα.
Ήρθανε τα τζήμερα να διώξουνε τα άγρια.
Ήρθανε τα τζήμερα να διώξουνε τα αύρια.[/I]
Επίσης: εκτζημέρωση, εκτζημερωμένος = ο εξαγριωμένος τζημεροφιλελές. (Τις περισσότερες βρισιές και ειρωνείες τις εισπράττει βέβαια ο Τζήμερος από νεοφιλελέδες).
Πρέπει να είναι παλιότερο από Λέντη.
Και δε μας κατουράς ρε Πάριε, όταν προτρέπουμε την εν λόγω ερωμένη να έρθει σε οργασμό τύπου squirt.
Και στου κυρ Σαράντ για να μην ξεχνιόμαστε...
Από ό,τι διαπίστωσα από τα Google Images το φαινόμενο του μάτσο χιπστερά παίζει και στην Ισπανία.
Σωστός! Βλ. και το ημέτερον κεφαλιά του Γιάνκοβιτς επίσης με παράδειγμα από τη Λιλιάδα.
Τσαγοπαρτάκηδες before it was cool!
«Είπανε στην Καρντάσιαν κάνε έναν κώλο πιο πέρα και κάτσαμε τρεις άνθρωποι». (Από το Φατσομπούκι).
Η απόλυτη φαντασίωση του Θανάση Χειμωνά: Να προκαλεί οργασμό τ. squirtσε πρωκτικώς γαμευόμενον μιλφίδιον που τραγουδάει Πάριο, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιήσει την ατάκα «δε μας κατουράς ρε Πάριε;».
(Μετα)νεορθόδοξο μπιφ (τ. Κουλούρι η είδηση).
Στο Νέτι το βρίσκω με σημασία φεύγω, γλιτώνω ή τα χάνω και ετυμολογία < kacirdim, αόρ. τού τουρκ. ρ. kacirmak. (Ίσως συγγενές με το κατσιρμάς, κατσιρματζής;).