Δε γκζέρω να διαβάζω καλά το ρώσικο αλφάβητο, δεν έχω πληκτρολόγιο, αλλάεδώ βρίσκω το μογγόλικο ρήμα χαραχ = κοιτάω κάτι. Δεδομένου ότι το -χ- είναι το πλέον χρησιμοποιούμενο σύμφωνο στα μογγόλικα (αλήθεια !!!), μπορεί οι τούρκοι να μη γουστάρανε, να το κάνανε -κ- και έτσι να προέκυψε το καρα-, ξέρω και γω...
Τούτος εδώ ο τούρκος ανάγει τη λέξη (η οποία καταγράφεται στα τούρκικα πριν το 1400) στο μογγολικό karağul = φρουρός, σκοπός. To συσχετίζει και με τα παλαιοτουρκικά karawaş = υπηρέτρια / karak = κόρη του ματιού, τα οποία δίνει να είναι από την μογγολική ρίζα kara- = κοιτάω.
Από κει φαίνεται να είναι και το δικό μας καραούλι ( < τουρκ. karavul = φρουρός ). Σόρυ για τα φτωχά μου μογγόλικα, αυτά προς το παρόν.
Τι δ' εστί «καμαράκος» ω 'γαθέ; Ουκ οίδα την εμήν τυφλότητα.
Λάθος λινκ στον κεφτέ αλλά είπαμε να το χέσουμε τελείως...
οκ ας το χέσουμε τελείως. Μπακ στα τούρκικα παναπεί κοίτα (= δακτυλοδεικτούμενος, είτε σκεμπές είτε κεφτές )
Υπάρχει και στο Παιδί, Αστρα κλπ του Λουντέμη, ως λογοπαίγνιο με το επώνυμο του πέρση μαθητή Χρηστίδη ή Δακρυτζίκου.
Δλδ Χάνκοντα kaçık = μυαλοφυγόδικος (αμέσως να το γουγλίσεις και να το ανεβάσεις :-Ρ )
Κι άμα σου φάει το αντικείμενο και μετά πουλάει τρέλα ότι και καλά δεν ξέρει τίποτα, έχε υπόψη σου ότι kaçık παναπεί φευγάτος /τρελός /βαρεμένος.
Ναι παιδί μου.
Πιθ. σχετ. με το τουρκ. kacirmak=φυγαδεύω / kacmak = δραπευτεύω. Πρβλ και τους κατσάκηδες = φυγόστρατους που λέει η Δ. Σωτηρίου στα Ματωμένα Χώματα.
Δες κ εδώ
Ωχ, μόντουλοι: Στο παράδειγμα σβήστε την παρένθεση και το Μ του «μην» κάντε το μικρό. Θένκια. Και μετά σβηστε και το σχόλιό μου.
Την είχα ακούσει, δλδ είναι πολλά χρόνια που δεν την ακούω. Παίζει ακόμα;
Γουστάρω μωρουδίστικη σλανγκ. Ρε μάνα, τσάκω δυό μπιμπερόνια καθαρά και περιποιημένα, και βγάλε και κάνα γκερμπεράκι να κολατσίσουν τα κολλητάρια σε φάση.
Πού 'σαι συ ρε παιδί;
Όχι, δεν υπάρχει, το έψαξα. Ε, ας βάλουν οι μόντουλοι και «Κλασσικά». Εξακολουθώ να μην μπορώ να στείλω πμ αν και λαμβάνω κανονικά.
Είχα μιά παλιοπιστόλα
κι είχι τα κιουλάγια τς όλα
είχι μπούκα είχι αφάλι
είχι σα γρουθιά τσιφάλι
Από τη Ζωή εν Τάφω του Μυριβήλη (οριστική έκδοση).
φτου ρε πστ...
Ρε!!! Το κύρηγμα σωστά τόγραψα;
Τιμώ το λαρισινό αριστούργημα με ανέκδοτο, δεν ξέρω αν τόχουμε.
Παπάς, για να δώσει άλλο χρώμα στο κύρηγμα, βάζει 4 σκουλήκια σε 4 διαφορετικά μπουκάλια.
Το πρώτο μπουκάλι περιείχε αλκοόλ.
Το δεύτερο καπνό.
Το τρίτο σπέρμα.
Το τέταρτο καθαρό νερό.
Μετά το κύρηγμα, εξετάζει μαζί με το ποίμνιο τα 4 μπουκάλια.
Το σκουλήκι στο μπουκάλι με το αλκοόλ είχε ψοφήσει.
Με τον καπνό επίσης.
Με το σπέρμα ομοίως.
Μόνο το σκουλήκι στο καθαρό νερό ήταν ζωντανό και ακμαίο.
Λοιπόν, ρωτάει τον κόσμο, ποιό είναι το ηθικό δίδαγμα της παραβολής;
Και από τα βάθη του εκκλησιάσματος πατάει τη φωνή μια γιαγιούμπα: ΟΣΟ ΠΙΝΟΥΜΕ, ΚΑΠΝΙΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΓΑΜΙΟΜΑΣΤΕ ΔΕΝ ΘΑ ΠΙΑΣΟΥΜΕ ΣΚΟΥΛΗΚΙΑ!!!!!!
Τι μισο-Τζων και παπαργιές ρε, η νταμιτζάνα προέρχεται από το αγγλ. damage = ζημιά + τουρκ. can (τζαν) = ψυχή :-Ρ
Από μνήμης, το «στήθος μάρμαρο» υπάρχει σε διήγημα του Κονδυλάκη, «Ο Επικήδειος» ή κάπως έτσι το λέγανε, όπου προσπαθούσαν να κάνουν τον εκφωνητή του επικήδειου λόγου να γελάσει («Σκέψου να σηκωθεί τώρα ο πεθαμένος και ν' αρχίσει να χτυπάει το στήθος του και να φωνάζει : Στήθος μάρμαρο !!!») Τέτοια φάση τεσπα, δεν τα καλοθυμάμαι.
τουρκ. eksik = ελλιπής.
Ετς. Δεν περνάς κι απ΄το Δημόσιο Πρόχειρο που έχω βάλει το λήμμα τζέιμς να το πάρεις να το φκιάξ'ς;;;
Κάνουμε καλό τσίλι κι αυτό βγαίνει στο σώβρακο
< ιταλ. sfilacciare = ξεφτίζω, μαδάω.
και στην Ισπανία το τζιπ το Pajero (=μαλάκας) το κάνανε Montero. Στη Γαλλία ένα τογιότα MR-2 ( προφέρεται εμ- αρ-ντε) το αλλάξανε για να μη φέρνει στο merde. Κλπ κλπ.
Στός! Περιεκτικό και κατατοπιστικό. Την αναλυτικότατη ζαζουλοανάρτηση πάνε 3-4 μέρες που την ανακάλυψα και στενα(ο)χωρήθηκα είναι η αλήθεια, αλλά και γω παρομοίως θα τη λήστευα. Οπότε, καλά έκανες :-)
Και πώς θα πούλαγε βρε ξεροσφύρη μου το προϊόν στας βόρειας ευρώπας με τον γύφτο τον μαυροτσούκαλο στη μόστρα του μαγαζιού; Ας είμεθα σοβαροί...
Μπα, εδώ το πρόβλημα μάλλον ήταν το τούρκικο -ü-, το οποίο προφέρεται είτε -ιού- είτε σαν ένα λεπτό -ου- (προφέρεται με ελαφρώς προτεταμένα, σουφρωμένα χείλη).
Δεν κόλλαγε και πολύ με τα φθογγολογικά μας ήθη και έθιμα οπότε καθαρίσαμε με ένα σαρωτικό -ιρ- αντί -ουλ-.
Κάνοντας εδώ σέρτς το αγγλ. guard, βγαίνει πρώτη πρώτη η νυν μογγολική λέξη για τον φρουρό, η οποία μάλλον προφέρεται πάνω κάτω σαν το ζητούμενο, τεσπα ας μιλήσουν και οι ρωσομαθείς του σάιτ, έλεος.